Η Νεοπλατωνική Θεωρία του Μαρτσίλιο Φιτσίνο. Που στηρίχθηκε για τη διαμόρφωσή της ;
Στο κείμενο θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε συνοπτικά τις γενικές αρχές του Νεοπλατωνισμού του Μαρτσίλιο Φιτσίνο, που εδραιώθηκαν στην περί των ιδεών «πλατωνική θεωρία» και στην επαναδιατύπωση του πλατωνικού στοχασμού από τον Πλωτίνο, ενώ στα άρθρα που θα ακολουθήσουν θα εξετάσουμε τη θεωρία του Πλωτίνου για την Ψυχή και το Κάλλος.
Οι αισθητικές αρχές της αναγεννησιακής νεοπλατωνικής φιλοσοφικής κίνησης σταχυολογούνται από τους ιστορικούς της τέχνης στο απόσταγμα του συγγραφικού έργου του Μαρτσίλιο Φιτσίνο. Το φιλοσοφικό οικοδόμημα του Φιτσίνο, θεμελιώνεται στο συγκερασμό της πλατωνικής οπτικής για τις Ιδέες, τα αληθινά όντα, τα «όντως όντα» και της σύλληψης και επαναδιατύπωσης της θεωρητικού συστήματός του από τον Πλωτίνο. Ο χώρος ενοίκησης των Iδεών καθίσταται ο Θείος Νους(Mens divina), όπου έχουν κατατεθεί τα αρχέτυπα των πραγμάτων(exempla rerum), απλά, ατρεμή, αμιγή. Οι αισθήσεις τροφοδοτούν τον άνθρωπο με απατηλές εικόνες (imagines) των ιδεών, σκιώδη απεικάσματά τους και εγκόσμια είδωλα αποκρύπτοντας την ουσία τους. Η ενστάλαξη της γνώσης της πραγματικής φύσης και διάστασης των Ιδεών στην ανθρώπινη ψυχή, πραγματοποιήθηκε κατά τη φάση της εξωκόσμιας υπερβατικής προΰπαρξής της και παρέμεινε σε λανθάνουσα μορφή μετά την είσοδο της στο υλικό σώμα. Η μακρινή ανάμνηση των Ιδεών(formula) αφυπνίζεται όταν έρχεται σε επαφή με την ομορφιά των αισθητών πραγμάτων, ανασύροντας από το ασυνείδητο του ανθρώπου το αθέατο και υπέρτατο κάλλος που απορρέει από τις άυλες Ιδέες. Οι πνευματικές αυτές οντότητες που εκπηγάζουν από τον Δημιουργό Νου, συμβάλλουν στην κατάλυση των υλικών φραγμών των ανθρωπίνων αισθήσεων και κατά συνέπεια στην προσέγγιση του πνευματικού κόσμου, όπου υφίστανται και αποκαλύπτονται οι πραγματικές ιδέες και εν προκειμένω η αληθινή ουσία του κάλλους .
Ο Πλάτων στον Φαίδρο, μία πραγματεία περί της φύσεως του έρωτα, προτάσσεται η άποψη για την αθανασία της ψυχής, την οποία ο φιλόσοφος στηρίζει με το επιχείρημα της αέναης κίνησής της, λειτουργία που επικυρώνει την αθανασία των όντων. Η ψυχή αποτελεί πηγή των κινήσεών της, που δεν τις μεταβιβάζονται από κάποιον εξωγενή παράγοντα, αλλά εκπορεύονται από την ίδια. Κατά συνέπεια, η ψυχή συνιστά το μοναδικό αφ’ εαυτού κινούμενο ον και συγχρόνως τη γενεσιουργό αιτία κάθε κίνησης. Από τη φύση της η ψυχή δε είναι δυνατόν να δημιουργηθεί, αλλά ούτε και να χαθεί. Σε μία τέτοια περίπτωση θα επερχόταν η πτώση του φυσικού κόσμου στο σύνολό του, ενώ τα υλικά σώματα δε θα μπορούσαν να κινηθούν εκ νέου, καθώς θα έλλειπε η κινητήριος δύναμή τους .
Στη συνέχεια αναφέρεται στην αναμνησιακή γνώση, στο πλαίσιο μίας επεξεργασίας ανάκλησης της υπερβατικής αλήθειας του γνωσιακού αντικειμένου. η έμφυτη δυνατότητα του ανθρώπου να αντιλαμβάνεται τις γενικές έννοιες των πραγμάτων, αλλά και να ανάγει το πλήθος των προσλαμβανόμενων- μέσω των αισθήσεών του πληροφοριών- σε μία ενιαία ολότητα . Η νοητική αυτή διεργασία καθίσταται εφικτή χάρη στη λειτουργία της ανάμνησης των ιδεών, των μοναδικών πραγματικών άυλων υποστάσεων, τις οποίες γνώρισε η ανθρώπινη ψυχή όταν απαρνήθηκε τον απατηλό επίγειο κόσμο και ανυψώθηκε στο «όντως ον». Ο άνθρωπος που επεξεργάζεται και αξιοποιεί προς τη σωστή κατεύθυνση τις αναμνήσεις του από τις ασώματες θεϊκές οντότητες, δύναται να εξελιχθεί ο ίδιος σε μία τέλεια και ολοκληρωμένη υπόσταση. Στο πλαίσιο αυτό η ψυχή όταν έρθει σε οπτική επαφή με ένα γήινο ομοίωμα μίας θεϊκής ουσίας ανακαλεί την πραγματική οντότητα, την Ιδέα, με την προϋπόθεση ότι έχει διάγει έναν ενάρετο βίο και μπορεί κατ’ επέκταση να αναγνωρίσει το πραγματικό κάλλος παρά την περιορισμένη πρόσβαση που επιτρέπει στη θεϊκή ομορφιά ο εγκλεισμός της ψυχής στο σώμα, στο μνήμα της .
Στην «Πολιτεία» οι ιδέες προσλαμβάνουν ποικίλες νοηματικές αποχρώσεις, που εντοπίζονται στα πραγματικώς υπάρχοντα όντα, στα αντικείμενα της γνώσεως, σε ιδεώδη πρότυπα ανυπέρβλητου κάλλους και αντιπαραβολής των εν τω κόσμω όντων και καταστάσεων, σε αιτίες δημιουργίας και σε καθόλου όντα. Στο πέμπτο βιβλίο της Πολιτείας αναφέρεται στις ιδέες ως τα ειλικρινώς όντα, τα σταθερά και αναλλοίωτα σημεία αναφοράς της γνώσης. Όσα πληροφοριακά δεδομένα προσλαμβάνει ο άνθρωπος με τις αισθήσεις του, τα επί μέρους όντα, σχήματα και χρώματα είναι απεικάσματα των ιδεών . Τη θεωρία αυτή αξιοποίησε εν μέρει ο Πλωτίνος, ο εισηγητής της αναβίωσης του νεοπλατωνικού κινήματος που σημειώθηκε περί τον 3ο αιώνα στη Ρώμη.
Στο φιλοσοφικό σύστημα που εισηγήθηκε ο Πλωτίνος, το Έν, ή Πρώτον, η υπέρτατη αρχή, η οποία εξισώνεται με το Αγαθό ή τον Θεό, ανάγεται σε γενεσιουργό αίτιο της σύνολης άυλης δημιουργίας, αλλά και του υλικού αισθητού κόσμου. Το Εν συνιστά την αρχέγονη αιτία των πραγμάτων, πρέπει να τοποθετείται στην αρχή, αφού η πολλότητα εκ των πραγμάτων θεμελιώνεται στην ενότητα , καθώς τα πολλά εύλογα ανάγονται στο Έν . Ο Πλωτίνος προτείνει την ύπαρξη μίας δημιουργού αρχής, την οποία εντοπίζει εκ παραλλήλου επέκεινα και στα όρια του κόσμου . Στην απόλυτη και αμιγή του ολότητα και απλότητα , το Εν υπερέχει οιασδήποτε άλλης σύνθετης οντότητας, κατά τη δύναμη ως ποιητής, ενώ κατά το είναι ως τελειότητα , με αποτέλεσμα να εκλαμβάνεται ως η αδιαφιλονίκητη και άρρητη πρώτη αιτία και αρχή καθ’ εαυτή άπειρη. Η έλλειψη οντολογικής αυτάρκειας των κατασκευασμάτων του συμπαντικού οικοδομήματος, δημιουργεί την αδήριτη ανάγκη τους να ενωθούν με μία αυτοδύναμη και αμετάβλητη οντότητα, που υφίσταται ανεξαρτήτως των άλλων όντων και μάλιστα προϋπάρχει αυτών, εν προκειμένω δηλαδή την πηγή εκπόρευσής τους, το Έν. Για τον Πλωτίνο καθώς το Εν δεν υπόκειται σε κανέναν απολύτως προσδιορισμό ή χαρακτηρισμό, συνιστά ένα μη ον, χωρίς ωστόσο η επισήμανση αυτή να αναιρεί την ιδιότητα της υπόστασής του. Απόρροια του Ενός αποτελεί η δημιουργία του Νου, με τον οποίο πραγματοποιείται ήδη το πρώτο βήμα προς την πολλότητα, ενώ σε αυτόν διαχωρίζονται το νοούν και το νοούμενον, με αποτέλεσμα την ανάδυση των ιδεών, οι οποίες συνιστούν συγχρόνως δυνάμεις και συναπαρτίζουν τη ζωντανή ενότητα του κόσμου των ιδεών . Η απλότητα του ενός παράγει τη σύνθεση, χωρίς να υφίσταται αλλοίωση της ουσίας του, της ενότητας και της πραγματικής του ταυτότητας.
Το σύγκραμα της ουσίας και της υπερουσιότητας του Ενός, ο Νους, η δεύτερη διάσταση μετά το Έν, της πραγματικότητας, συνιστά τον χώρο όπου ενοικούν οι Ιδέες, τα όντως όντα, κατ’ εικόνα των οποίων σχηματίσθηκαν οι διάφορες κατηγορίες των αισθητών αντικειμένων. Παρά τις πολυπληθείς και αυτοδύναμες Ιδέες που με τις ετερόκλητες ιδιότητες τους ενοικούν στη σφαίρα του Νου, ο ίδιος διατηρεί την ταυτότητά του και καθίσταται όπως παρατηρεί ο Πλωτίνος, μία ταυτότητα μέσα στην πολλαπλότητα, ένας σπόρος που εμπερικλείει ποικίλες δυνάμεις. Όλες τους ενυπάρχουν αδιακρίτως μέσα σ’ αυτόν και συγχρόνως κάθε μία δρα ως ξεχωριστή δύναμη. Ο νους για τον φιλόσοφο έχει πάντα ως σημείο αναφοράς το Έν, του οποίου η ουσία διακρίνεται για τον αμετάβλητο χαρακτήρα της και την αμείωτη πλεονάζουσα ενέργεια και πληρότητά του, με αποτέλεσμα η σχέση μεταξύ τους να μην περιέρχεται σε καθεστώς αναίρεσης, ενώ η δημιουργική δυναμική του αφήνει ακέραια την τελειότητά του λόγω της εγγενούς συνύπαρξης στην ουσία του ενδοστρεφούς και εξωστρεφούς ενέργειας . Από την άλλη πλευρά η δημιουργική ενέργεια του νου καταλήγει στην παραγωγή μίας άλλης άυλης υπόστασης, την ψυχή του αισθητού κόσμου, την Κοσμική Ψυχή, η οποία αποτελεί τον οριοθετημένο χώρο όπου ενοικούν οι δυνάμεις εκείνες που με την εισροή τους στο πεδίο της αδιαμόρφωτης ύλης, συμμετέχουν στη διαδικασία σχηματισμού της άμορφης μάζας στον αισθητό κόσμο, με πρότυπο τις άφθαρτες οντότητες, τις Ιδέες. Στις γενεσιουργούς δυνάμεις της Κοσμικής Ψυχής, που συμβάλλουν στη δημιουργία του υλικού οικοδομήματος εντάσσεται και η ανθρώπινη ψυχή, η οποία προϋπάρχοντας βέβαια της φυσικής γέννησης του ανθρώπου, με την παρουσία της στο υλικό σώμα, μορφοποιεί ένα ασχημάτιστο μέρος της απροσδιόριστης ύλης, συγκροτώντας με το ανθρώπινο σώμα την οντότητα που καλείται άνθρωπος και που συναπαρτίζει με τις άλλες ενσώματες υποστάσεις και υλικά κατασκευάσματα το σύνολο του αισθητού κόσμου. Ο υλικός κόσμος είναι απότοκος της δημιουργικής ενέργειας της Ψυχής, ενώ στη διαδικασία μορφοποίησής του το Εν και ο Κοσμικός Νους παρέμειναν αμέτοχοι. Η φύση αποτελεί προϊόν της επενέργειας της Ψυχής επί της ύλης, της αρνητικής όψης της πραγματικότητας και επλάσθη κατ’εικόνα της Ψυχής, ως αποτύπωμα της πλεονάζουσας ζωτικότητάς της . Το ανθρώπινο σώμα, οφείλει την ύπαρξή του στην εισδοχή της ψυχής, η οποία διείσδυσε στην πρώτη ύλη, προσδίδοντάς της εν αρχή τις πρωτογενείς μορφές των στοιχείων και στη συνέχεια της πορείας της δημιούργησε το σύνολο των αισθητών όντων, που συλλαμβάνονται μέσω των αισθήσεων. Κατά συνέπεια, η Κοσμική Ψυχή διαμορφώνει και ζωοποιεί τα υλικά πράγματα και συγχρόνως τις ψυχές των ανθρώπινων όντων. Ως οντολογική αρχή, η Ψυχή ενυπάρχει αδιαιρέτως σε κάθε σώμα, το οποίο τη διασπά με τη σειρά του σε επιμέρους ατομικές ψυχικές υποστάσεις.