You are currently viewing Οδυσσέα γύρισε σπίτι   (Ιάκωβος Καμπανέλλης)  Ο μηχανισμός της κατασκευής και της αποκαθήλωσης ηρώων.

Οδυσσέα γύρισε σπίτι (Ιάκωβος Καμπανέλλης) Ο μηχανισμός της κατασκευής και της αποκαθήλωσης ηρώων.

Οδυσσέα γύρισε σπίτι

(Ιάκωβος Καμπανέλλης)

Ο μηχανισμός της κατασκευής και της αποκαθήλωσης ηρώων. Πώς δημιουργείται ένας ήρωας και εδραιώνεται τελικά στη λαϊκή συνείδηση;

Παράσταση της σάτιρας «Οδυσσέα γύρισε σπίτι» του Ιάκωβου Καμπανέλλη από το Θέατρο Τέχνης. (1966)

.Ο μηχανισμός της κατασκευής και της αποκαθήλωσης ηρώων. Πώς δημιουργείται ένας ήρωας και εδραιώνεται τελικά στη λαϊκή συνείδηση;
Αναδιπλώνοντας την πλοκή του έργου του Ιάκωβου Καμπανέλλη και χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που σταχυολογούμε από τις περιγραφές των προσώπων του περιβάλλοντος του κεντρικού χαρακτήρα, θα εξετάσουμε τον μηχανισμό ηρωοποίησης και καταβαράθρωσης του Οδυσσέα, ενός ατόμου, που αποκτά προβολή στη λαϊκή συνείδηση για επιτεύγματά και ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν ανταποκρίνονται πλήρως στο συνολικότερο ήθος του, αλλά έχουν αποδοθεί διογκωμένα από τη μάζα γιατί απλά ο κόσμος χρειάζεται ήρωες. Τι γίνεται όμως όταν οι ηρωικές μορφές παύουν να είναι χρήσιμες στη συντήρηση του κατεστημένου και των παγιωμένων πολιτικών συστημάτων;
Από την πρώτη κιόλας σκηνική εικόνα της σατιρικής εκδοχής του ομηρικού μύθου, αποτυπώνεται, στο πλαίσιο της περιγραφής του δραματικού χώρου, του φαντασιακού τόπου όπου ναυάγησε το πλοίο, η εξέχουσα θέση που κατέχει στη λαϊκή συλλογική συνείδηση των κατοίκων ο ήρωας: Ακροθαλασσιά με εξέδρα και εγκαταλελειμμένο παραθαλάσσιο κέντρο σε παλιό στυλ. Τζάμια σπασμένα, χαλασμένοι πάγκοι και κρεμασμένη μονόπαντα η επιγραφή «ΠΑΡΑΘΑΛΑΣΣΙΟΝ ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟΝ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ». Η αναγραφή του ονόματος του Οδυσσέα αποδίδει αυτήν ακριβώς τη σημασία του μυθικού προτύπου του ήρωα για το διανοητικό κόσμο των μαζών, ενώ συγχρόνως υποδηλώνει μία ενδεχόμενη εμπορική εκμετάλλευση του ονόματός του, ως πόλο έλξης τουριστών, όπως άλλωστε επιβεβαιώνεται κατά τη διάρκεια της εξέλιξης του έργου. Ωστόσο η απεικόνιση της παρακμιακής κατάστασης και της εγκατάλειψης του παραθαλάσσιου κέντρου, που φέρει το όνομα του Οδυσσέα θα μπορούσε συνεκδοχικά να παραπέμψει σε μεταφορικό επίπεδο στην παραίτηση από την αναμονή του ήρωα.
Σε ένα πρώτο χρόνο η σκηνική δράση εντοπίζεται στην ομάδα που συγκροτεί το πλήρωμα του Οδυσσέα, που αποτελεί και την πρώτη πηγή πληροφοριών για την ηθική υπόσταση του ήρωα. Με εξαίρεση το ναυτικό, «υπεύθυνο των λογιστικών», Λύσσανδρο, η πλειονότητα των μελών του πληρώματος εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για την αδικαιολόγητη αδυναμία επιστροφής στον τελικό προορισμό, την Ιθάκη, η οποία καταλογίζεται στον Οδυσσέα. Όταν ο Λύσσανδρος αναζητά τον Οδυσσέα, ο Άριστος λέει: Κάπου θα την έχει αράξει και θα κοιμάται. Πιστός σε μία εξιδανικευμένη εικόνα του Οδυσσέα, ο Λύσσανδρος εξαίρει την ευστροφία και την ακαταπόνητη δραστηριότητα του ειδώλου του: «Δεν κοιμάται, σκέφτεται. Αυτός ποτέ δεν κοιμάται, μέρα νύχτα σκέφτεται. Επιδιώκοντας να καταδείξει τις αρνητικές πτυχές της προσωπικότητας του Οδυσσέα και εν προκειμένω τη δολιότητά του, ο Πύρρος προβάλλει το επιχείρημα ότι όσο πιο κατεργάρης είναι κανείς τόσο πιο πολύ κουράζεται , ενώ ο Κλείτος υπαινίσσεται τον απώτερο σκοπό του να τερματίσει την περιπλάνηση στη θάλασσα και αποσείοντας κατ’ επέκταση κάθε πιθανότητα επιστροφής στην πατρική γη: Τον πειράζει κι η θάλασσα, βλέπεις τώρα τελευταία…».
Στη συνέχεια ο Αγαθίας και ο Κλείτος αμφισβητούν την εγκυρότητα της ονομασίας που έδωσε ο Οδυσσέας στον τόπο του ναυαγίου προσπαθώντας να πείσουν τον Λύσσανδρο ότι η επιχειρηματολογία και τα μέσα πειθούς του μυθικού ήρωα στηρίζονται σε ανυπόστατα νοητικά του κατασκευάσματα που αποβλέπουν στην παραπλάνηση και τη χειραγώγηση του συνομιλητή του, με σκοπό την επιβολή της ατομικής του βούλησης και εν προκειμένω της παραμονής τους στο νησί.
ΑΓΑΘΙΑΣ: Ποιο νησί; Πώς το λένε;
ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ: Σάντα Μαρία λα Ντολορόζα…
ΑΓΑΘΙΑΣ: Ψέματα! Δεν υπάρχει τέτοιο νησί στο χάρτη.
ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ: Για να το λέει ο Οδυσσέας, υπάρχει.
ΚΛΕΙΤΟΣ: Δεν υπάρχει, βρε ξόανο! Ξύπνα! Ο ναύαρχός σου μας κοροϊδεύει όλους…
ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ: Πάλι τα ίδιααα!…
ΠΥΡΡΟΣ: Έπρεπε να τον αφήσετε να σκυλοπνιγεί τότε που τον αρπάξανε τα κύματα…Εγώ ο καημένος σας φώναζα «αφήστε τον να τον φάνε τα ψάρια»!Αλλά εσείς οι χέστηδες του ρίξατε σκοινί και τον μαζέψατε πίσω…Αυτός μωρέ δεν έχει κάψει μόνο εμάς…θα κάψει και την Ιθάκη μια μέρα.
Οι σύντροφοι του Οδυσσέα επιχειρούν να υποβαθμίσουν την ηρωική διάσταση των επιτευγμάτων του κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ το στρατηγικό τέχνασμα της «Υποχώρησης του Αγαμέμνονα», που θεωρήθηκε τομή στην εξέλιξη των πολεμικών συρράξεων, εξυπηρετούσε την απώλεια των κερδών των επενδυτών του χρηματιστηρίου , καθώς σημειώθηκε πτώση των μετοχών της Αχαϊκής Εταιρίας Μολύβδου, τις οποίες αγόρασαν σε εξευτελιστικές τιμές οι αρχηγοί των στρατευμάτων. Για το πλήρωμα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα ηθικά κίνητρα αλλά και η αποτελεσματικότητα του Οδυσσέα στο πεδίο της μάχης δεν είναι άξια της αγαλμάτινης μορφής που φιλοτεχνήθηκε με τα έξοδα των κατοίκων της Ιθάκης, αλλά και η παρασημοφόρηση των στρατηγών μετά την επιτυχή έκβαση των επιχειρήσεων, αποτελούσε μία από της εκφάνσεις του παιχνιδιού της κολακείας που διεξαγόταν μεταξύ των επικεφαλής των στρατευμάτων, αποβλέποντας εν μέρει στην εδραίωση της στρατιωτικής τους εξουσίας. Εν συνεχεία, αποδίδουν την άρνησή του να επιστρέψει στην Ιθάκη στην αλαζονεία που γεννήθηκε από τη φήμη του και στη ροπή του στις υλικές/σαρκικές απολαύσεις.
ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ: Και μήπως ο Οδυσσέας δε θέλει να δει τους δικούς του;
ΦΙΛΑΡΕΤΟΣ: Όχι! Δε θέλει!!!
ΟΛΟΙ: Δε θέλει!
ΑΓΑΘΙΑΣ: Τώρα που έμαθε στη μεγάλη ζωή δεν τον χωρά πια η μικρή Ιθάκη, ούτε η κυρά Πηνελόπη.
ΠΥΡΡΟΣ: Είναι γεννημένος τυχοδιώκτης! Αλλά εμείς θέλουμε να πάμε πίσω. Γεράσαμε στο δρόμο, που να πάρει ο διάολος!…
Ο Λύσσανδρος καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης προσπαθεί να καταρρίψει τα επιχειρήματά τους και εξακολουθεί, παρά την αποκάλυψη των αληθινών προθέσεων του ήρωα, να τοποθετεί τον Οδυσσέα στην ανώτερη βαθμίδα της ιεραρχικής κλίμακας της εκτίμησής του:
ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ: Του δώσανε ένα κάρο παράσημα στην Τροία, ναι ή όχι;
(έξω φρενών).Σας απαγορεύω να ξαναπείτε τέτοιες βλαστήμιες! Σύντροφοι-σύντροφοι, αλλά πάνω απ’ όλα ο Οδυσσέας!…
Σε μία απόπειρα άμβλυνσης των εντάσεων ο Λύσσανδρος προτάσσει την υπόσχεση του Οδυσσέα για τη διασφάλιση της συνταξιοδότησης του πληρώματος καθώς και της παροχής ποικίλων προνομίων μετά την άφιξή του στην Ιθάκη:
ΛΥΣΣΑΝΔΡΟΣ: Μα αν τον καταργήσουμε από ήρωα πώς θα γυρίσουμε; Αν δεν επιστρέψουμε καθώς πρέπει, πώς θα ενεργήσει για να πάρουμε μια σύνταξη της προκοπής ως πρώην εξαφανισθέντες; Εσείς κάθεστε όλη μέρα στη λιακάδα , παίζετε το μπουζουκάκι σας και τόνε σκυλοβρίζετε. Αλλά εκείνος σκοτώνεται για να βρει πώς θα εξασφαλίσει καλύτερα το μέλλον σας……. Μου λέγε ότι μόλις πατήσουμε στην Ιθάκη θα μας παραχωρήσει όλα τα κεντρικά καπνοπωλεία και τα καφενεία των δημοσίων υπηρεσιών.
Το πλήρωμα όμως είναι αποφασισμένο να προβεί στη δεκάτη έβδομη στη σειρά ανταρσία και προσπάθεια ανατροπής του «τυράννου» Οδυσσέα, ο οποίος μέχρι τη στιγμή που αποφασίζεται η συνωμοσία και επισφραγίζεται με όρκο δεν έχει εμφανιστεί.
Κατά την πρώτη του παρουσίασή του, ο Οδυσσέας φορά ναυτικό κοστούμι, «από το λαιμό του κρέμονται κιάλια και φωτογραφική μηχανή. Τανίζεται και χασμουριέται, ξεσκονίζεται, φτιάχνεται». Η περιγραφική αυτή αποτύπωση δίνει την εικόνα ενός ανθρώπου κουρασμένου. Η αλλαγή που έχει επιφέρει η αμείλικτη πάροδος του χρόνου στη μορφή του Οδυσσέα είναι έκδηλη και αποδεικνύεται και από την αδυναμία της Νεφέλης, μιας παλιάς του κατάκτησης να τον αναγνωρίσει. Η φθορά του χρόνου του έχει δημιουργήσει εκτός από αλλοιώσεις στην όψη και προβλήματα υγείας, σημεία της φθαρτότητας του θνητού γήινου σώματος, που στη λαϊκή φαντασία δε συνάδουν με την εικόνα της ευειδούς και υγιούς ηρωικής μορφής, με αποτέλεσμα την απομυθοποίησή της, που όμως δε μπορεί να γίνει δεκτή και οδηγήσει στην κατάργηση και αντικατάστασή της, από το πολιτικό σύστημα.
ΝΕΦΕΛΗ: Και πίνεις τον καφέ σου με πολλή ζάχαρη;
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Καθόλου ζάχαρη…Έχω σάκχαρο.
ΝΕΦΕΛΗ: Όχι, δε μπορεί, δε μπορεί ο Οδυσσέας να ‘χει σάκχαρο.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Στην τελευταία μέτρηση είχα ένα και σαράντα.
Η υπόσχεση που είχε δώσει στην ερωμένη του ότι θα χωρίσει τη σύζυγό του για να την παντρευτεί θα μπορούσε να αποτελέσει απόδειξη της ικανότητάς του να παραπλανά το συνομιλητή του με τη δύναμη της πειθούς του.
Επιπλέον, η ανακούφιση που εξωτερίκευσε όταν πληροφορήθηκε ότι βρίσκεται στο νησί της Κίρκης και όχι στην Ιθάκη, όπως αρχικά νόμισε, επιβεβαιώνει την εκτίμηση των συντρόφων του ότι δεν επιθυμεί, ούτε και επιδιώκει να επιστρέψει στην Ιθάκη. Ωστόσο, όπως αποδεικνύεται στην πορεία του έργου το κίνητρό του είναι διαφορετικό, δεν έγκειται στην αλαζονεία του ήρωα, που γιγαντώθηκε με τις ηρωϊκές του πράξεις, αλλά στην ιερότητα που είχε προσλάβει για εκείνον το νησί και η πεποίθησή του ότι δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες των υπηκόων του, καθώς ο ίδιος αλλοτριώθηκε, αναλώθηκε σε κάλπικες ψυχολογικές καταστάσεις και πράξεις εξαπάτησης. Όλο αυτό το διάστημα που επιβράδυνε την επιστροφή του, φοβόταν να βρεθεί αντιμέτωπος με τη συνείδησή του και να ομολογήσει την πραγματικότητα που είχε επικαλύψει ο μύθος του.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Μου έσπασες τη χολή. (Τρίβει τα χέρια του ευχαριστημένος). Ώστε εδώ είναι το νησί της Κίρκης! Μπράβο! Δεν μπορείς να φανταστείς τι είναι για μένα το μέρος που πρωτοπηγαίνω! Ξαναγεννιέμαι! και πιο κάτω στη συνέχεια του διαλόγου ανάμεσα στον Οδυσσέα και τη Νεφέλη:
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Μακάρι. Έχω τόση ανάγκη από ανθρώπους που δεν τους ξέρω και δε με ξέρουνε. Όταν ζεις με τους ίδιους απλώνεται γύρω μια ερημιά… Δεν είσαι σίγουρος για τίποτα… Ωραία λοιπόν! Ποιος μπορεί να ειδοποιήσει ότι ήρθα;
ΝΕΦΕΛΗ: Εγώ
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Τώρα αμέσως
ΝΕΦΕΛΗ: (Μαζεύει τα πράγματά της, κάνει να φύγει, κοντοστέκει και ρωτά..)Δεν το έχεις σκοπό να γυρίσεις στην Ιθάκη;
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Δεν ήρθε ακόμα η ώρα.
ΝΕΦΕΛΗ: Απ’ όσο θυμάμαι ποτέ δεν ήθελες να γυρίσεις.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Τότε δεν ήθελα για άλλους λόγους.
ΝΕΦΕΛΗ: Τώρα ποιος είναι ο λόγος;
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Δεν είναι πια ο ίδιος. Οι λόγοι γερνάνε κι αυτοί μαζί με μας.
ΝΕΦΕΛΗ: Και να σκεφτείς πως ο κοσμάκης πίστευε και πιστεύει ότι κλαις και οδύρεσαι από καημό για την Ιθάκη, την Πηνελόπη, τον Τηλέμαχο..
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Ο κοσμάκης κάνει και αυτός το κέφι του. Αν δεν του αρέσανε όλ’ αυτά δεν θα τα πίστευε.
Στο επόμενο άρθρο η συνέχεια…

Χριστιάνα Οικονόμου
Φιλόλογος -απόφοιτους του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ, MPhil στις Θεατρικές Σπουδές.

 

Αφήστε μια απάντηση