Μιχαήλ – Άγγελος. Οι Νεοπλατωνικές αναφορές στο ταφικό μνημείο του Πάπα Ιουλίου Β’. Τι είναι η Vita Activa και η Vita Completativa; Άραγε είναι εφικτή η καθυπόταξη των υποδεέστερων ενστίκτων στη δύναμη της πνευματικότητας και της λογικής (anima proprie humana);
Στο ταφικό μνημείο του Πάπα Ιουλίου Β’ οι νεοπλατωνικές αναφορές είναι έκδηλες. Η αναπαράσταση της ουράνιας σφαίρας δεν είναι διακριτά διαχωρισμένη από τη γη. Οι τέσσερις γιγαντιαίες μορφές του βάθρου, τοποθετημένες στο κάτω διάζωμα με τις Νίκες, τους Σκλάβους και τις αγγελικές μορφές που υποβαστάζουν τον Πάπα εμφανίζουν το θάνατό του ως μία βαθμιαία ανύψωση στον ουρανό καταργώντας την ανάστασή του με τη χριστιανική έννοια του όρου. Σύμφωνα με τις διατυπώσεις της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας από τον Λαντίνο, η Vita Activa και η Vita Completativa, αποτελούν δύο δρόμους που καταλήγουν στο Θεό, με την ενάρετη δράση ως προϋπόθεση της πεφωτισμένης περισυλλογής. Στην ταφική κατασκευή εκατέρωθεν της δεσπόζουσας αγαλμάτινης μορφής του Μωυσή, τοποθετούνται οι φιγούρες της Λείας και της Ραχήλ ως σημειωτικοί δείκτες της Ενεργούς και Στοχαστικής Ζωής αντίστοιχα. Από την άλλη πλευρά, οι δεσμώτες σκλάβοι αποτελούσαν μία συνηθισμένη αλληγορική αποτύπωση της μη αναγεννημένης ανθρώπινης ψυχής που παραμένει δέσμια των σαρκικών απολαύσεων. Ειδικό βάρος προσλαμβάνουν οι Σκλάβοι του Μιχαήλ-Αγγέλου, αφού ο Θνήσκων και ο Εξεγερμένος Σκλάβος συνοδεύονται από γλυπτές μορφές πιθήκων. Το γενετικό υλικό του πιθήκου, όπως έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά, προσιδιάζει σε εκείνο του ανθρώπου περισσότερο από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο και τα δύο είδη εκδηλώνουν κοινά σημεία συμπεριφοράς. Ο πίθηκος έχει χρησιμοποιηθεί ως σύμβολο της λαγνείας, της απληστίας και της κατώτερης φύσης της ψυχής του ανθρώπου, η οποία σύμφωνα με τους νεοπλατωνικούς είναι commune cum brutis. Η αδυναμία αυτού του στρώματος, του ψυχικού οικοδομήματος να αποδεσμευτεί από το υλικό του περίβλημα κατατάσσει τον άνθρωπο στην κατηγορία των άλογων όντων στερώντας του ουσιαστικά την ελευθερία του. Ο νεοπλατωνικός όρος vinculum(δεσμά), περιγράφει την καθηλωμένη στο υλικό σώμα ψυχή που εκφράζεται με τους δεμένους στις ερμαϊκές στήλες σκλάβους. Το 1550 ο Vasari εξέλαβε τα δύο γλυπτά ως αναπαράσταση των επαρχιών που προσαρτήθηκαν από τον Πάπα Ιούλιο Β’, ενώ τρία χρόνια αργότερα ο Condivi ισχυρίσθηκε ότι συμβολίζουν τις τέχνες, που με το θάνατο του φιλότεχνου μαικήνα περιέρχονταν σε καθεστώς αιχμαλωσίας. Σε αυτή την περίπτωση η φιγούρα του πιθήκου θα μπορούσε να συνηγορήσει στην άποψη αυτή εάν λάβουμε υπ’ όψιν στην κυριολεξία της, τη διαδεδομένη έκφραση της περιόδου: η τέχνη πιθηκίζει τη φύση( ars simian naturae). Ο χαρακτηρισμός «Σκλάβοι» αποδόθηκε στις δημιουργίες του Μιχαήλ- Αγγέλου κατά το 19ο αιώνα, ενώ ο ίδιος ο καλλιτέχνης χρησιμοποιούσε τον όρο “prigioni”. Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στα δύο υλικά καλλιτεχνήματα έγκειται στον τρόπο απόδοσης της διαχείρισης του ανθρώπινου πεπρωμένου. Η μία φιγούρα, τηρεί μία πλήρως παθητική στάση απέναντι στον επικείμενο θάνατό της, καθώς με την τοποθέτηση της αριστερής χείρας στο κεφάλι, το οποίο κλίνει στον δεξί ώμο και τη χαλαρότητα των δακτύλων με τα οποία αγγίζει το σχοινί που τυλίγεται στο στήθος του, δηλώνεται η απόλυτη παραίτηση από τη διατήρηση στη ζωή. Αντίθετα, η συστροφή του κορμού, η πρόταξη της κεφαλής, αλλά και κάθε μυϊκή σύσπαση σε συνδυασμό με την ένταση που αποπνέουν τα σωματικά μέλη του Δεμένου/ Επαναστάτη Σκλάβου μαρτυρούν την ατελέσφορη προσπάθειά του να αποτινάξει τα δεσμά της δουλείας του. Ο Δεμένος/ Επαναστάτης Σκλάβος βασίζεται σε ελληνιστικά πρότυπα ενός Προμηθέα, ενός Μαρσύα και πολύ περισσότερο στο σύμπλεγμα του Λαοκόοντα. Το δεξί πόδι του σε ένα ακατέργαστο όγκο ίσως λειτουργεί, όπως έχει επισημάνει ο Χρύσανθος Χρήστου, ως σύμβολο διαμαρτυρίας του ανθρώπου για τη μοίρα-δυνάστη του, ενώ η μορφή συνολικά αποπνέει μία κλειστή συσσώρευση δυνάμεων[1]. Τα χαρακτηριστικά των ρωμαλέων μορφών, η κίνηση, η ζωντάνια και η ένταση θα μπορούσαν να μας παραπέμψουν στην καλλιτεχνική έκφραση του Donatello. Η έμφαση που απέδιδε ο Μιχαήλ-Άγγελος στη λεπτομερή παρατήρηση του ανθρώπινου σώματος αποτυπώνεται στην ακριβή ανατομική απεικόνιση, τη διακριτή μυολογία και το παιχνίδισμα των φλεβών του γυμνού, συστρεμμένου κορμού, μία γενικότερη σιγμοειδή οργάνωση της μορφής. Ο Θνήσκων Σκλάβος που δημιουργείται ως συμπλήρωμα του Επαναστάτη, τοποθετείται σε πιο μετωπική θέση και αποδίδεται με μειωμένες μυϊκές εξάρσεις, αδυναμία των κάτω άκρων να στηρίξουν τον κορμό και τη συγκρατημένη κίνηση, εκφράζουν με πλαστικότητα την άρνηση του ατόμου να υπερβεί το πεπρωμένο του.
Οι δημιουργίες αυτές ενδέχεται να υποδηλώνουν ότι ο θάνατος του υλικού φθαρτού σώματος αποτελεί το μοναδικό μέσο μετάβασης σε μία νέα κατάσταση πνευματικής ανάτασης. Περί το 1513 μαρτυρείται η ενασχόληση του Μιχαήλ-Αγγέλου με μία από τις αγαλμάτινες μορφές του ταφικού μνημείου του Ιουλίου II, τον Δεμένο Σκλάβο, ενώ μεταξύ του 1514 και 1516 τοποθετείται ο Θνήσκων Σκλάβος, που σε συνδυασμό με τον ανολοκλήρωτο Δεμένο Σκλάβο, συγκροτούν ένα είδος Διόσκουρων. Οι δύο αυτές φιγούρες δε συμπεριελήφθησαν στο τροποποιημένο μνημείο του Πάπα, λόγω των περιορισμών που έθεσαν οι διαχειριστές τα διαθήκης του ως προς την ελάττωση του όγκου και των μορφών που θα το πλαισίωναν.
Μωυσής
Επαναστάτης Σκλάβος
Θνήσκων Σκλάβος
Οι Σκλάβοι αλληλοσυμπληρώνονται με το σύμπλεγμα των Νικών, που συμβολίζουν την απελεύθερη από τα δεσμά του υλικού κόσμου ψυχή, που έχει επιτύχει την καθυπόταξη των υποδεέστερων ενστίκτων στη δύναμη της πνευματικότητας και της λογικής (anima proprie humana).
[1] Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική κατά τον 16ο αιώνα. Λεονάρδο ντα Βίντσι, Ραφαήλ, Μιχαήλ Άγγελος, σ. 214.