Sandro Botticelli
Νεοπλατωνισμός και Έρως
1. ‘Αρης και Αφροδίτη
Κατά τη διάρκεια της Πρώιμης Αναγέννησης, αναπτύχθηκε μία νέα σχέση ανάμεσα στο έργο τέχνης και στον παρατηρητή του, καθώς αυτό δεν περιοριζόταν στην εκπλήρωση της αισθητικής του λειτουργίας, αλλά έθετε μία νοητική πρόκληση στον θεατή. Στις καλλιτεχνικές καινοτομίες της εποχής, εντάσσονται, μεταξύ άλλων, η ανακάλυψη της προοπτικής, της αποτύπωσης των ανατομικών αναλογιών, της προσωπογραφίας ως μέσου αποθέωσης του ατόμου και η αρχή της απεικόνισης του τοπίου, εικαστικής απόδειξης της σύνδεσης του ανθρώπου με το φυσικό κόσμο.
Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία εικαστικών συνθέσεων διαδραμάτισε η Έννοια του Έρωτα, όπως την αντιλαμβάνονταν οι Νεοπλατωνιστές. Η επαναφορά του μοτίβου του εκστατικού πλατωνικού έρωτα, που μπορεί να εκμηδενίσει την ανθρώπινη υπόσταση με την έντασή του, αλλά και να απαλλάξει το άτομο από τα δεσμά του υλικού βίου οδηγώντας το στον τόπο των ιδεών. Στον Φαίδρο, ο φιλόσοφος χαρακτηρίζει τον έρωτα « θεό άμα και ψυχικόν πάθος», για τον παρουσιάσει ως ένθεη κατοχή της ψυχής, ενώ στο Συμπόσιο προσλαμβάνει τη μορφή του δαίμονος, οντότητας μεταξύ ουρανού και γης, θεών τε και ανθρώπων, εκφράζοντας την ανοδική πορεία της φιλοσόφου ψυχής. Σε αντιδιαστολή με την υπέρτατη αυτή μορφή του έρωτα, η οποία συμβάλλει στη διαδικασία αυτοβελτίωσης του ατόμου, απαντάται μία υποδεέστερη έκφανσή του. Η άλλη όψη του έρωτα στηρίζεται στο αμιγώς σαρκικό πάθος που μετουσιώνει το άτομο σε μία κατώτερη μορφή ύπαρξης, καθώς μεταβάλλεται σε έρμαιο της υλικής πτυχής του. Η αντινομία αυτή στην παρουσίαση του έρωτα από τον Πλάτωνα θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μία κατά βούλησιν αξιοποίηση του ερωτικού αρχετύπου, στην οποία προσδίδει το περιεχόμενο που υπηρετεί το δικό του σκοπό, τη μεταφυσική νομιμοποίηση της θεωρίας των ιδεών, αδιαφορώντας για τη μυθολογική ακρίβεια της αφήγησης . Ο Πλάτων αντιλαμβάνεται το κάλλος ως ιδέα, ενώ για τον Πλωτίνο ταυτίζεται με τον ίδιο τον Νου, τον γεννήτορα του συνόλου των ιδεών. Κατά συνέπεια ο έρως, δημιούργημα της αρχέγονης αιτίας του συμπαντικού όλου, αποτελεί την αρμονική σύζευξη της ψυχής και της ευμορφίας, που προϋπήρχε κάθε συνάντησης με το επίγειο υλικό αντικείμενο του πόθου, ένα είδος προεμπειρικής εσωτερίκευσης της αναζήτησης του κάλλους. Υπό την έννοια αυτή ο σωματικός έρωτας συνιστά αντανάκλαση της πραγματικής ουσίας του, του ενδότερου ψυχικού κάλλους. Ο φιλοσοφικός στοχασμός του Πλωτίνου προβάλλει μία τριμερή διάκριση των ειδών του έρωτα: τον απλό έρωτα του σωματικού κάλλους, τον μεικτό, όπου στον έρωτα για μία γυναίκα προστίθεται η τάση του φυσικού διαιωνισμού και τέλος τον καθαρό έρωτα, με θεωρητικό χαρακτήρα, που δεν αποσκοπεί στην ένωση των σωμάτων. Κατά την αναγεννησιακή περίοδο, η απήχηση του πλωτινικού διανοητικού κατασκευάσματος συνέβαλε στην ηθική νομιμοποίηση του έρωτα με την αναγνώριση στον κοσμικό συζυγικό έρωτα την αποστολή του να οδηγήσει τις ψυχές στο υπερουράνιο κάλλος .
Sandro Botticelli
β’ μισό του 15ου αιώνα
Αφροδίτη και Άρης
• 1483
• Ωογραφία σε ξύλο
• 69 επί 173εκ.
• Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο
Οι δύο κεντρικές μορφές της σύνθεσης, ο Άρης και η Αφροδίτη τοποθετούνται σε συμμετρική διάταξη, καταλαμβάνοντας ισότιμο τμήμα της εικαστικής δημιουργίας, ενώ δίνουν την εντύπωση ότι η μία αποτελεί εικονικό αντικατοπτρισμό της άλλης. Το σχήμα ενός νοητού τριγώνου διαμορφώνεται με τη βάση του κορμού των δύο θεών και με το σάτυρο στην απόληξή του, ενώ θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε επιμέρους τριγωνικούς σχηματισμούς, οι οποίοι συγκροτούνται από τη λόγχη και τις διαγώνιες γραμμές που διαγράφει η τοποθέτηση του δεξιού κάτω άκρου του Άρη.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της σύνθεσης αποτελεί η εξισορρόπηση των δύο αντιθετικών εννοιών της ενεργητικότητας και της παθητικότητας που εκφράζονται στα πρόσωπα των πρωταγωνιστικών μορφών. Η θεά στον πίνακα απεικονίζεται διαυγής, σε εγρήγορση, με το άνω μέρος του κορμού της στητό και όρθιο, εν αντιθέσει με τον αφημένο στον Μορφέα, Άρη, του οποίου η παράδοση των αισθήσεων τονίζεται με την κλίση της κεφαλής και του κορμού, αλλά και την χαλαρή απόδοση της μυολογίας. Ο θεός του πολέμου αποδίδεται γυμνός και πλήρως αφοπλισμένος από τους μικρούς σατύρους. Οι σάτυροι, που τοποθετούνται στο μέσον της εικαστικής δημιουργίας, έχουν σφετερισθεί την περικεφαλαία, τη λόγχη και τον θώρακα, μέρη δηλαδή της πολεμικής εξάρτυσης του Άρη, κοιτώντας μάλιστα με περιπαιχτική διάθεση. Στο δεύτερο επίπεδο της σύνθεσης διακρίνονται φυτά μυρτιάς, του αντιπροσωπευτικού φυτού της Αφροδίτης, που διανθίζουν το λιβάνι στο οποίο εκτυλίσσεται η σκηνή.
Η αλληγορική σημασία του θέματος έγκειται στην υπερνίκηση του πολέμου από τη δύναμη του έρωτα, όπως είχε διατυπωθεί από τον Σοφοκλή στο τρίτο χορικό της Αντιγόνης: Ερωτ’ ανίκατε μάχαν. Κάτω από αυτό το προφανές μήνυμα διαφαίνεται η επικράτηση του έρωτα, εν προκειμένω, η πνευματική αγάπη για το Υπέρτατο Ον, που καταστέλλει τα ορμέμφυτα βίαια ένστικτα του ανθρώπου, διότι ο ψυχικός εξαγνισμός του ατόμου, που είναι αναγκαίος για την ανύψωσή του στη σφαίρα του Αγαθού, προϋποθέτει την απαλλαγή από τη ροπή προς τις επιταγές του ένυλου φθαρτού σώματος.