Eugène Delacroix
«Έχω αρχίσει να δουλεύω πάνω σε ένα σύγχρονο θέμα, μια σκηνή από τα οδοφράγματα…Μπορεί να μην πολέμησα για την χώρα μου, αλλά τουλάχιστον θα έχω ζωγραφίσει για εκείνη». (Γράμμα στον αδελφό του, Οκτώβριος 1830)
Η κεντρική φιγούρα του πίνακα, μια ενσαρκωμένη μορφή της ιδέας της Ελευθερίας (Liberté), διαβαίνει τα οδοφράγματα ντυμένη με το φόρεμα μιας απλής γυναίκας του λαού, κρατώντας ένα όπλο και την τρίχρωμη σημαία της Επανάστασης του 1789, την οποία οι Βουρβόνοι είχαν αντικαταστήσει με τη λευκή σημαία του Οίκου τους, ήδη από το 1824. Η γυμνόστηθη μορφή της με τη στάση του contrapposto (αντιθετικές κινήσεις άνω και κάτω άκρων) και την τονισμένη μυολογία, που θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς στις γλυπτικές δημιουργίες του Μιχαήλ Αγγέλου ή στις περίφημες Σίβυλλές του στην Capella Sistina, παραπέμπει σε αρχαίο ελληνικό άγαλμα και συγκεκριμένα, όπως έχουν παρατηρήσει οι ειδικοί, σε απεικονίσεις της Αφροδίτης της Μήλου, με τη διαφορά ότι εκτός από το νεοκλασικιστικού τύπου προφίλ, το πρόσωπό της θυμίζει τις γυναίκες που ο καλλιτέχνης γνώρισε στα ταξίδια του στο Μαρόκο και αποτύπωσε αργότερα σε εικαστικές του δημιουργίες. Το δέρμα της πλάστηκε απαλά, χωρίς τεχνοτροπικές εξιδανικεύσεις στην αποτύπωση της υφής του καθώς μοιάζει καμένο από τον ήλιο ή το μπαρούτι των όπλων. Το κεφάλι της κοσμεί το λεγόμενο «φρυγικό καπέλο» που ήταν επίσης γνωστό ως “bonnet rouge” ή “bonnet de la liberté”, και υιοθετήθηκε από τους Φιλελεύθερους ως σύμβολο της Ελευθερίας κατά την περίοδο του Διαφωτισμού. Η προέλευση της ονομασίας του από τη Φρυγία της Μικράς Ασίας συνδέεται με την πρακτική της απελευθέρωσης πολλών σκλάβων στην περιοχή, μέρος της ένδυσης των οποίων αποτελούσε ένα κωνικό καπέλο. Η ανταλλαγή πολιτιστικών στοιχείων μεταξύ των λαών στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που διαμόρφωσαν οι συνεχείς πολεμικές συγκρούσεις, αλλά και η διακίνηση προϊόντων και ιδεών μέσω του εμπορίου, ανέδειξε το φρυγικό καπέλο σε απαραίτητο συστατικό στοιχείο της ενδυμασίας των απελεύθερων δούλων του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Η Ελευθερία δεν έχει καμία σχέση με προγενέστερες εξιδανικευμένες αποτυπώσεις της γυναίκας με τη θηλυκότητα και την ουράνια ομορφιά που δεν αναμειγνύεται με τους κοινούς θνητούς. Οι μορφές που την πλαισιώνουν και την προστατεύουν κατάγονται από διάφορα κοινωνικά στρώματα, με εξαίρεση την αριστοκρατική τάξη και τον κλήρο, συμβολίζοντας τη μαζική συμμετοχή του μεγαλύτερου μέρους του αστικού, αλλά και του αγροτικού πληθυσμού στην επαναστατική κίνηση, καταδεικνύοντας ταυτόχρονα την ανάγκη για θεσμικές αλλαγές με πιο φιλελεύθερο προσανατολισμό. Στο αριστερό μέρος του πίνακα μάχονται με την ίδια ένταση ένας εργάτης και ένας άντρας με υψηλό καπέλο και ρεντικότα, μέλος της μεσαίας τάξης, που οι ιστορικοί τέχνης τον ταυτίζουν με τον ίδιο τον Delacroix, ή με τον έφορο του Λούβρου Frédéric Villot και στη δεξιά μεριά, ο νεαρός (μαθητής;) αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τον χαρακτήρα Gravoche στους Άθλιους(Les Miserables) του Victor Hugo,ενώ σχεδόν στα πόδια της Ελευθερίας πέφτει ένας χωρικός με γαλάζιο πουκάμισο και μια κόκκινη ζώνη, που μας παραπέμπει σε δύο από τα τρία χρώματα της σημαίας(Drapeau Tricolore). Η μορφή του, είναι η μοναδική που κοιτά την Ελευθερία στα μάτια και θα λέγαμε ότι σηματοδοτεί το μεταβατικό στάδιο από τον κόσμο των ζώντων στων νεκρών. Το ενδυματολογικό στυλ των χαρακτήρων έχει αναμφισβήτητα αναφορές στη Βιομηχανική Επανάσταση. Στη σύνθεση, που μοιάζει πολυπληθής λόγω της εντύπωσης που δημιουργούν οι καπνοί και τα σύννεφα, στοιχεία που συνθέτουν μια ατμοσφαιρική αντανάκλαση της τρίχρωμης σημαίας και της γενικότερης αναταραχής, δεσπόζουν οι διαγώνιοι άξονες και η έντονη, σχεδόν βίαιη κίνηση. Στα πόδια της Ελευθερίας κείτονται σε αντιθετική φορά δύο πτώματα πολεμιστών (ήταν κοινή πρακτική του βασιλικού στρατού να εισβάλει σε σπίτια λοχιών, να τους σκοτώνει και να εκθέτει τα πτώματά τους προς παραδειγματισμό), που συγκροτούν τη βάση μιας νοητής πυραμίδας με κορυφή τη σημαία. Το λάβαρο της Ελευθερίας απαντάται πολλάκις μέσα στη σύνθεση τόσο με την επανάληψη των χρωμάτων, κόκκινο, λευκό, μπλε, όσο και στην οροφή του κτηρίου που δεσπόζει πίσω από τη μορφή της Ελευθερίας, δηλαδή τον Καθεδρικό της Notre Dame, που για τους Γάλλους της εποχής ήταν συνώνυμο της Μοναρχίας και του αυταρχισμού. Εμπνευστής της οποίας φέρεται να ήταν ο Μαρκήσιος Λαφαγιέτ (Marquis De Lafayette). Μαζί με τον Εθνικό Ύμνο, La Marsellaise, που καθιερώθηκε στις 14 Ιουλίου του 1795 και το φρυγικό καπέλο συνιστούσαν διαχρονικά σύμβολα της ελευθερίας, εντυπωμένα στο Γαλλικό νου, για την οποία ο θάνατος κάθε ανθρώπινης ύπαρξης θεωρείται ύψιστο ιδανικό. Σύμβολο της Γαλλικής Δημοκρατίας και τoυ Θριάμβου της Ελευθερίας είναι η Marianne, μια αγαλμάτινη μορφή με ανοιχτό μπούστο και φρυγικό καπέλο σαν της Ελευθερίας, αλλά σαφώς νεότερη σε ηλικία. Για την γλυπτική απεικόνιση της μορφής της Marianne έχουν ποζάρει η Brigitte Bardot, Catherine Deneuve, Ines de la Fressange, Laeticia Casta. Στο έργο του Delacroix δεν απεικονίζεται η Marianne, αλλά μια αλληγορία της Θριαμβεύουσας Ελευθερίας στην Επανάσταση του 1830. Στον πίνακα ο καλλιτέχνης συνδυάζει στοιχεία ρομαντισμού, όπως ο θάνατος για ένα ιδανικό, εν προκειμένω την Ελευθερία, νεοκλασικισμού(η απόδοση της φιγούρας βασίζεται στην αναβίωση του ελληνορωμαϊκού ιδεώδους ενώ νεοκλασικιστές επιδράσεις προδίδουν η σύνολη διάταξη της σύνθεσης και της κυριαρχίας των γραμμών) και ρεαλισμού(π.χ. η λεπτομερής απόδοση του δέρματος των νεκρών σωμάτων, η έκφραση του χλωμού προσώπου των οποίων έχει παραμορφωθεί από το αίσθημα της αγωνίας, του πάθους και της αποφασιστικότητας, χωρίς να διέπονται από ίχνος φαταλισμού. Οι αγωνιστές των δύο αντιμαχόμενων πλευρών έπεσαν ηρωϊκά και συνειδητά προασπιζόμενοι τα ιδεώδη τους. Ο πίνακας αυτός που στην εποχή του προκάλεσε μεγάλο σοκ στην κοινή γνώμη άσκησε μεταγενέστερα σημαντική επίδραση στη γαλλική συλλογική συνείδηση, ενώ ο Delacroix και η Ελευθερία αποτυπώθηκαν στο χαρτονόμισμα των 100φράγκων και η ίδια η Ελευθερία έγινε παράσταση γραμματοσήμου αποτελώντας την καλλιτεχνική βάση για τη δημιουργία του Αγάλματος της Ελευθερίας που ο γαλλικός λαός δώρισε στις Η.Π.Α.
Ποια ήταν όμως η Επανάσταση των τριών ημερών του 1830;
Ήδη από το 1815 Ο Κάρολος Ι’ παίρνει μέτρα τα οποία θα τον ταυτίσουν με τον συντηρητισμό του Παλαιού Καθεστώτος(προ της Γαλλικής Επανάστασης του 1789). Η πολιτική του συμβάλλει στην ενίσχυση του κλήρου, στην εκδίωξη των φιλελεύθερων καθηγητών από τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, ενώ θεσπίζει με νόμο την τιμωρία της ιεροσυλίας με καταναγκαστικά έργα. Η σεμνοτυφία καθιερώνεται ως κρατικός νόμος και τα φορέματα των χορευτριών της όπερας μακραίνουν. Παράλληλα, λαμβάνει μέτρα που αποσκοπούν στην επανόρθωση και ενδυνάμωση της Αριστοκρατίας. Με το νόμο «δισεκατομμύριο των εκπατρισμένων», «Milliard des émigrés”, αποζημιώνει τα μέλη της τάξης των ευγενών που έχασαν την περιουσία τους κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1879 και μετά βίας η Γερουσία, ‘’Chambre des Pairs” αποτρέπει την επαναφορά του δικαιώματος κληροδότησης του μεγαλύτερου μεριδίου της περιουσίας στον πρωτότοκο γιο, καθώς και τη φίμωση της ελευθερίας του αντιπολιτευόμενου Τύπου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ιδρύονται μυστικές εταιρείες με κυριότερη τη Charbonnerie με ρίζες στον ελευθεροτεκτονισμό, η οποία για πρώτη φορά συστάθηκε στη Νότιο Ιταλία εναντίον του Μυρά και από το 1815 και εφεξής έγινε εχθρός των παλινορθωμένων ηγεμόνων. Ο Γαλλικός καρμποναρισμός με περισσότερο δημοκρατικό παρά βοναπαρτικό προσανατολισμό συγκέντρωσε στους κόλπους του πολλές διάσημες προσωπικότητες όπως τον Λαφαγιέτ και διοργάνωσε διάφορες απόπειρες ανατροπής του καθεστώτος που όμως όχι μόνο δεν τελεσφόρησαν αλλά αποτέλεσαν την αφορμή για βίαιη και σκληρή καταστολή. Ο Κάρολος επιχειρεί μια πολιτική συμβιβασμού γιατί βάλλεται από εξτρεμιστές και φιλελεύθερους, αναθέτοντας την Πρωθυπουργία στον φίλο του κόμη Ζυλ ντε Πολινιάκ, εκπατρισμένο αριστοκράτη και γιο της ευνοούμενης της Μαρίας Αντουανέττας.Η σημαία της Γαλλίας, σύμβολο της Επανάστασης του 1789 καταργείται και αντικαθίσταται από τη λευκή σημαία των Βουρβόνων, γεγονός που πυροδοτεί την εκτεταμένη αντίδραση της αντιπολίτευσης που συντονίζει ο Λαφαγιέτ και ο Δούκας της Ορλεάνης Λουδοβίκος Φίλιππος με τον παρασκηνιακό έλεγχο της εφημερίδας Le National, όπου οι αρθρογράφοι εξυμνούν το Βρετανικό πολιτικό σύστημα προτείνοντας: «Ας κρατήσουμε το καθεστώς κι ας αλλάξουμε τον βασιλιά». Οι αντιδράσεις συνεχίζονται. Ο Τύπος εξακολουθεί να ασκεί δριμεία κριτική στο καθεστώς, ενώ το Μάρτιο του 1830 εκφωνείται στη Βουλή ένας απειλητικός λόγος του θρόνου στο οποίο η Βουλή αντεπιτίθεται με ένα ψήφισμα (Adresse), που αναφέρει: «Η συνδρομή της κυβέρνησης στις επιθυμίες του λαού συνιστά την απαραίτητη προϋπόθεση για την πορεία των κρατικών υποθεσεων…Η συνδρομή αυτή δεν υπάρχει, Μεγαλειότατε». Τότε ο Κάρολος διαλύει τη Βουλή και προκηρύσσει εντολές τον Ιούλιο του 1830, οι οποίες ενισχύουν τη φιλελεύθερη αντιπολίτευση. Ο βασιλιάς αγνοεί την έκβαση των εκλογών και προβαίνει στη λήψη πιο σκληρών μέτρων. Η Βουλή διαλύεται και πάλι, καταργείται η ελευθεροτυπία, το δικαίωμα της ψήφου τροποποιείται προς όφελος των γαιοκτημόνων και σε βάρος της βιομηχανικής αστικής τάξης και των ελευθέρων επαγγελματιών. Ο Θιέρσος οργανώνει την απάντηση- διαμαρτυρία των δημοσιογράφων και εκπροσώπων της φιλελεύθερης αστικής τάξης- μέσω της εφημερίδας “Le National”, ενώ η Αστυνομία επιχειρεί να καταστρέψει τα πιεστήρια των εφημερίδων προκαλώντας έτσι την έκρηξη της οργής και τη μαζική συγκέντρωση του πλήθους. Στο μεταξύ οι Βιομήχανοι και οι Έμποροι είχαν απολύσει τους εργαζομένους τους προκειμένου να αποδεσμεύσουν το δυναμικό της Επανάστασης.
Τη νύχτα της 27ης Ιουλίου του 1830 στήνονται στο Παρίσι τα πρώτα οδοφράγματα και η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο έκρυθμη με το διορισμό του λαομίσητου στρατάρχη Μαρμόν ως επικεφαλής των στρατευμάτων των Παρισίων. Ως συνέπεια της επιλογής αυτής, στις 28 Ιουλίου ο παρισινός πληθυσμός ξεσηκώνεται σύσσωμος. Οι στρατιώτες του Μαρμόν υποχωρούν, καθώς περιορίζονται από τα οδοφράγματα και από τον καταιγισμό των βλημάτων. Την επόμενη μέρα το Λούβρο και ο Κεραμεικός καταλαμβάνονται από τους επαναστάτες, οι οποίοι νομίζουν ότι η πτώση της δυναστείας των Βουρβόνων ισοδυναμεί με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα, ισχυρές προσωπικότητες που υποκινούσαν παρασκηνιακά την επανάσταση αλλά ήταν αρνητικοί απέναντι στο ενδεχόμενο αποκατάστασης της Δημοκρατίας και της δύναμης του «όχλου», όπως ο Θιέρσος και οι δημοσιογράφοι της “Le National”, έχοντας την υποστήριξη του τραπεζίτη Λαφίτ και άλλων πολιτικών προσωπικοτήτων όπως ο Καζιμίρ Περιέ και ο Λαφαγιέτ προτείνουν την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος Συνταγματικής Μοναρχίας υπό τον Δούκα της Ορλεάνης, Λουδοβίκο-Φίλιππο, που όμως δε βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στον λαό του Παρισιού. Παρόλα αυτά, τοιχοκολλήθηκε αμέσως στα κτήρια του Παρισιού ένα μανιφέστο που εγκωμίαζε τον Δούκα της Ορλεάνης και ταυτόχρονα προλείαινε το έδαφος για την αλλαγή της Δυναστείας. Στις 31 Ιουλίου, ο Δούκας της Ορλεάνης μεταβαίνει έφιππος στο κέντρο των λαϊκών συνοικιών στο οποίο ακόμη υψώνονται τα οδοφράγματα, ενώ στον εξώστη του Δημαρχείου παρουσιάζεται ο Λαφαγιέτ, που τυλιγμένος με την τρίχρωμη σημαία, αγκαλιάζει το Δούκα για να δημιουργήσει συνειρμικές ταυτίσεις του Λουδοβίκου- Φίλιππου με την Επανάσταση του 1789 και να προσεταιριστεί τους νοσταλγούς της. Κάπως έτσι ανέβηκε στο θρόνο ο Λουδοβίκος Φίλιππο (Berstein & Milza, 1997)ς. Ο Delacroix, με τον πίνακα αυτόν μας διδάσκει ότι η Ελευθερία δεν είναι πάντοτε ένα δεδομένο αγαθό και η κατάκτησή της απαιτεί ομοψυχία και ενότητα, αλλά και θυσίες, ενίοτε ακόμη και ανθρώπινων ζωών.
Berstein, S., & Milza, P. (1997). Ιστορία της Ευρώπης 2. Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία και η Ευρώπη των Εθνών.1815-1919 (Τόμ. 2). Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Χριστιάνα Οικονόμου. Απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ. Κάτοχος MPHil στις Θεατρικές Σπουδές.