Σήμερα γνωρίζουμε μια γυναίκα, που μας έρχεται από την Βόρειο Ήπειρο και φέρνει δώρα ψυχής με ευωδιές. Αυθεντική, άξια, ταλαντούχα, παθιασμένη με το θαύμα της ζωής ! Μέσα από τα ποιήματα της, ένιωσα να κατοικώ για χρόνια στην πόλη της , την «Δερόπολη», την οποία εξυμνεί με τους στίχους της. Δεν είναι μόνο η περιγραφική της ολότητα, η ανάδειξη με λεπτομέρειες των απτών πραγμάτων, είναι η αλήθεια της, που την διατυπώνει σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της. Ένα βιβλίο γεμάτο συναισθήματα, αναζητήσεις, όλα έντονα με βάθος και συγκινησιακή, μεταδοτική έξαψη.
Ως δέκτης – αναγνώστης των έργων της, τολμώ να ταυτιστώ, ως μια μορφή ενσυναίσθησης με όλα εκείνα που γρατζούνισαν την ψυχή της για να τα μοιραστεί σήμερα μαζί μας. Θα σταθώ σε ένα ποίημα με τίτλο «Ξέρω, όμως, πως …» ( Σελ.32 ) που με άγγιξε ιδιαίτερα. Μέσα σε λίγους στίχους μας στέλνει ένα μήνυμα αβίαστα κι απλά . Στις μικρές καθημερινές χαρές βρίσκεται η μεγαλύτερη ευτυχία … Αυτές που οι μεγάλες πόλεις δεν έχουν πια. Η γνωριμία μας με την Ροδαυγή Γκογκώνη δείχνει τον δρόμο που οι άνθρωποι έρχονται κοντά και ουσιαστικά. Είναι λοιπόν χρέος μας μέσα από την λογοτεχνία να μεταφέρουμε στις επόμενες γενιές αυτήν την οπτική που σίγουρα λείπει και ως γνώση αλλά και ως συναίσθημα .
Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο —ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.
( Νίκος Καζαντζάκης, Έλληνας συγγραφέας )
Αγάθη Ρεβύθη
Παρουσίαση του ποιητικού έργου με τίτλο «Ερωτικές Φεγγοβολιές», της Ροδαυγής Γκογκώνη
Η ποιητική αυτή συλλογή αποτελείται από πενήντα ένα ποιήματα γραμμένα, τόσο σε ελεύθερο, όσο και σε ομοιοκατάληκτο στίχο.
Το πρώτο ποίημα με τον τίτλο «Όποιος αγάπησε πολύ» και το τελευταίο της που τιτλοφορείται «Έλα», αποτελούν τους δύο βασικούς πυλώνες του έργου της και καθορίζουν την επιμέρους θεματολογία του.
Με άλλα λόγια, το ελπιδοφόρο μήνυμα που γεύεται ο αναγνώστης στο πρώτο της ποίημα συνεχίζεται και φτάνει ως το τέλος, προσκαλώντας μας να την ακολουθήσουμε να πετάξουμε με τα φτερά των στίχων της στον καθάριο ουρανό της, στον παραδεισένιο της κήπο που είναι γεμάτος ήλιο, λουλούδια, πουλιά, στου πόθου τα λιβάδια…
Ήδη από τον τίτλο του βιβλίου Ερωτικές Φεγγοβολές, προϊδεάζεται ο αναγνώστης θετικά για το περιεχόμενο, αφού μας καλεί η ποιήτριά μας να ταξιδέψουμε μαζί της στα ερωτικά λαμποκοπήματα της ψυχής της, στις εκλάμψεις του πάθους και της αγάπης με πνεύμα αισιοδοξίας και ελπίδας. Η αγάπη είναι η ζωοποιός εκείνη δύναμη που καταλύει κάθε εμπόδιο, αφού «Όποιος αγάπησε πολύ, κάνει το δάκρυ προσευχή, σαν νυχτολούλουδο ανθίζει, κερνάει φιλί» και «δίνει ζωή, όπως πολύ χαρακτηριστικά μάς αναφέρει η ποιήτριά μας στο πρώτο της ποίημα.
Σ΄αυτό το πρωτόλειο πόνημα της συγγραφέως, μέσω μιας ώριμης και προσεγμένης γραφής, οσμιζόμαστε υπέροχες εικόνες της πατρίδας της, που μαρτυρούν έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο, γνήσιο και αυθεντικό άνθρωπο, που θέτει ερωτήματα, ερωτεύεται, προβληματίζεται, απορεί, ελπίζει, παραινεί, στην προσπάθειά της να ιχνηλατήσει, να αυτοβυθιστεί στον εσώτερο εαυτό της, αλλά και να κατανοήσει τον περιβάλλοντα χώρο που μεταμορφώνεται διαρκώς, πολλές φορές απειλητικά. Μας λέει χαρακτηριστικά :
«Άραγε….τι μάτια να λατρέψω, σε τι αγκαλιά να σταθώ, τι φιλί να δώσω, σε ποια αγκαλιά να ξεχαστώ να κοιμηθώ, σε ποιον κόσμο να απευθυνθώ»
Εκφράσεις απορίας και ρητορικές ερωτήσεις υπάρχουν διάσπαρτες στο έργο της, γεγονός που μαρτυρά την ανήσυχη φύση της Ροδαυγής, που αέναα προσπαθεί να ανιχνεύσει αλήθειες για τα ουσιώδη θέματα της ζωής μας, τον έρωτα, τη φύση, την ψυχή, τον θάνατο. Παρηγοριά μεγάλη και απαντοχή σε αυτόν τον ψυχικό κλυδωνισμό της ποιήτριάς μας, το αντάμωμα με τη φύση σε κάθε της μορφή που χαϊδεύει την ψυχή της, καθώς και η προσμονή της αγάπης που έλειψε, που θα έρθει να φέρει την Άνοιξη ,vα φωτίσει και να ποτίσει τη διψασμένη της καρδιά.
Διαβάζουμε:
«Aκουμπώ στο μάρμαρο του παραθυριού, με ένα ποτήρι δροσερό νερό σε περιμένω»
Και λίγο πιο κάτω, «Άνοιξη νιώθουν οι καρδιές σαν θα΄ναι αγκαλιασμένες».
Με έναν πρωτότυπο τρόπο η Ροδαυγή πλέκει το εγκώμιο της φύσης και εξυμνεί το μεγαλείο της χρησιμοποιώντας και συνδυάζοντας έξοχες εικόνες, πολλαπλά σχήματα λόγου, καθώς και περίτεχνες φραστικές δομές, σύνθετους επιθετικούς προσδιορισμούς-που τονίζουν και εξαίρουν περισσότερο το θαυμασμό της για ό,τι την περιβάλλει-και κυρίως για τον τόπο καταγωγής της και τους συντοπίτες της.
«Λουλούδια πορφυρά και λατρεμένα μέσα σε πλαγιές στα ολάνθιστα περιβόλια»
«Φιγούρες του κάμπου με πορτοκαλόχρυσα φτερά να παίζετε με του ανέμου τη μυρωδιά»
«Φορώντας τις στολές της φύσης».
Και λίγο πιο κάτω, στο ποίημα με τον τίτλο «Ζεστή αγκαλιά» διαβάζουμε:
«Πράσινος, χλοερός κάμπος της Δερόπολης στολισμένος Άνθη, πολύχρωμα, ευωδιαστά»
«Μικρό μου σπουργιτάκι δώσε μια ζεστή αγκαλιά να ζεσταθούν οι χωριανοί μου».
Ξεχωριστή θέση στην καρδιά της η Δερόπολη, αυτή η όμορφη πόλη της Βορείου Ηπείρου. Τη ζωγραφίζει με την ποιητική γραφίδα της, της κάνει το πορτραίτο, μέσω έξοχων εικόνων και περιγραφών, αφού, όπως πολύ χαρακτηριστικά μας λέει, «Εντολή των Θεών» η γέννησή της.
«Σε γέννησαν οι αιώνες και ο πράσινος κάμπος μαζί με τα αμπέλια σου» / «Ανθίζουνε οι μυγδαλιές στης Δερόπολης τη φύση προτού να έρθει η Άνοιξη»/ «Σε κούρσεψαν, εσύ παρέμεινες αξία σταθερή, Δερόπολη ζηλευτή».
Η ποιήτριά μας δηλώνει «αιώνια υποταγή» μόνο στο μεγαλείο του φεγγοβόλου έρωτα που «τον ντύνεται με ρόδα κεντημένο»,αφού «η καρδιά είναι τρελή ασυγκράτητη» και η «σάρκα γίνεται πορφυρό λουλούδι» από τη φλόγα του πάθους και της αγάπης.
«Κλωνάρια χρυσοστόλιστα στολίζουν την αγάπη»/ «Κόκκινες παπαρούνες σαν τα χείλη των ερωτευμένων να θυμίζουν του πάθους το φιλί σου»/ «Την αυγή σου ν΄ανασαίνω»
«Άραγε τίνος αγγέλου είσαι καρπός ποιας μάνας είσαι γέννα;»/ «Πόσα φεγγάρια έγιναν καμβάς του έρωτά μας»
Και σ΄ένα άλλο ποίημα της :
«Ματώνει το πρώτο φιλί όπως το πρώτο ποίημα»/ «Να κοιτάς τα μάτια μου να λες…Σ΄ανασαίνω ζωή»
Ο απλός αλλά βαθυστόχαστος ποιητικός λόγος χρησιμοποιείται εύστοχα και καταφέρνει να μας ταξιδέψει, νιώθοντας τους συναισθηματικούς παλμούς των στίχων της, όπως «τ΄ αστέρια που γέμιζαν με φως την ψυχή της, το τραγούδι του αηδονιού, τους εφηβικούς έρωτες που είναι κρυμμένοι στα φύλλα της πορτοκαλιάς».
Ιχνηλατεί και προσπαθεί να εισβάλλει στο βάθος των ψυχικών εκδηλώσεων και συναισθημάτων, για να συνειδητοποιήσει τελικά ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι «μια άβατη αλήθεια» που δύσκολα μπορεί να εξερευνηθεί, και γι΄αυτό δυσκολεύεται να συμφιλιωθεί με το πεπερασμένο της ανθρώπινης φύσης. Ελεύθερη και ασυμβίβαστη διασκεδάζει τον θάνατο, δεν τον φοβάται, αφού
«Στου ουρανού το γαλανό σεντόνι-
Ποιος θα τον πιάσει τον αετό και ποιος θα τον μερώσει-που του ουρανού η λευτεριά τον έχει μεγαλώσει».
Αντίθετα, μας προτρέπει να ψηλαφίσουμε την ομορφιά σε κάθε της μορφή, να γρηγορούμε, και να κινητοποιηθούμε δημιουργικά προς νέους και ελπιδοφόρους ορίζοντες, προτού μας προλάβει η φθορά του χρόνου.
«Έλα τρέξε, δεν προλαβαίνουμε την ομορφιά, οι αυλαίες κλείνουν καθώς φουσκώνουν οι ανθοί».
Και όπως πολύ χαρακτηριστικά υποστήριξε ο μεγάλος ποιητής μας, Νικηφόρος Βρεττάκος,
«Άλλωστε, τι / θαρρείς πως στο βάθος είναι η ποίηση; / Είναι η γύρη / των πραγμάτων του σύμπαντος. Η γύρη σε πράξεις, / η γύρη σε οδύνη, σε φως, σε χαρά, σε αλλαγές, / σε πορεία, σε κίνηση»
Σοφία Σκλείδα, Φιλόλογος, ΜΑ, Διδάκτωρ Συγκριτικής Παιδαγωγικής Υποψήφια Μεταδιδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών
Πορτρέτο της Δερόπολης…
Σε γέννησαν οι αιώνες
και ο πράσινος κάμπος
μαζί με τα αμπέλια σου…
Εντολή των θεών
να λύσεις τα μαλλιά σου όμορφη κόρη
για να κυματίσουν στο θρόισμα
της πρωινής αύρας
και στα ανθισμένα μονοπάτια
των ηρώων σου….
Δαντελένιες ακτές
ή πανάκριβη
υφασμένες από μοίρες και ναϊάδες,
Σε ονόμασε χρυσοπράσινο φύλλο
ή πένα του γλυκόλαλου
ποιητή της πρασινάδας σου Μητέρας!
Το εφηβικό σου λίκνισμα ερωτεύτηκαν…
Σε κούρσεψαν…
Εσύ παρέμεινες,
Αξία σταθερή,
Δερόπολη ζηλευτή!
Όμορφη Δεροπολίτισσα
Σήκωσε τα μάτια !
Της Αγάθης Ρεβύθη