Πρόκες γαμώτο οι ώρες
σκουριάζουν στον τοίχο της εγκατάλειψης, μόνες…
η βροχή που εισχωρεί από το ταβάνι στο ορφανό δωμάτιο
ξεθωριάζει το χρώμα του μουντού τοίχου όπως το γράμμα, το κλεισμένο στο συρτάρι
χρόνια.
Ρούχα κουρέλια κουβέντες που ειπώθηκαν ντύνουν επαίτες που συχνάζουν κάτω από τις λάμπες των δρόμων
δίνοντας λίγο φως στην σκοτεινιά τους,
εγώ, σε αντίθεση μ’ εκείνους, έμεινα στο κλειστό και σκοτεινό μου οίκημα,
ταίριαζε καλύτερα στα συναισθήματα που είχα εντός μου,
γύρισα το κλειδί δυο φορές και κούρνιασα στην γωνιά την άφωτη…
έκλεισα και τα αυτιά να χαθεί η ματαιότητα από το γραμμόφωνο της ζωής…
Maria Anagnostopoulou 19-2-19
Το ποίημα είναι κατοχυρωμένο και αφιερωμένο σε όσους βρίσκουμε διέξοδο στο γράψιμο…