Ο Χριστός στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας(1618-1620)
Diego de Silva y Velàzquez
Στο σημερινό κείμενο, θα δούμε πώς μπορεί να συνδυαστεί η Νεκρή Φύση(bodegon), με την τεχική του «πίνακα μέσα στον πίνακα», την αντίθεση της vita activa και vita contemplativa με αφορμή μια Ευαγγελική Περικοπή που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης του Velàzquez.
Ελαιογραφία, 60 επί 103.5 εκ.
Λονδίνο, Εθνική Πινακοθήκη
Ένα από τα είδη στα οποία επιδόθηκε ο Velasquez , ήταν το καλλιτεχνικό genre της ρωπογραφίας, bodegón , το οποίο σημείωσε σημαντική απήχηση στο κοινό της Σεβίλλης του 17ου αιώνα. Το bodegón δεν αποτελούσε απλά την αποτύπωση μιας νεκρής φύσης , αλλά επεκτεινόταν στην απεικόνιση της συνάθροισης ανθρώπων, κατά κανόνα των λαϊκών στρωμάτων της κοινωνικής ιεραρχίας, σε ένα χώρο φαγητού και διασκέδασης , ενώ ενίοτε τα επιφανειακά αυτά θέματα της καθημερινότητας, ενσωμάτωναν ηθικές και θρησκευτικές αλληγορίες. Στο έργο του αυτό, ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα του «σκοτεινού νατουραλισμού» του, ο Velasquez συνδυάζει μία σκηνή της καθημερινότητας με πρωταγωνιστές, όχι πλέον μέλη των αριστοκρατικών κύκλων και των τοπικών ελίτ , αλλά χαρακτήρες που θα μπορούσαν να εντάσσονται ακόμη και στο υπηρετικό προσωπικό τους. Στο πρώτο πλάνο βλέπουμε τον εσωτερικό χώρο ενός σπιτιού , όπου φαίνονται δύο απλοϊκές γυναίκες , μία νεότερη που λιώνει σκόρδο σε ένα γουδί και μία ηλικιωμένη. Η νεκρή φύση , συναπαρτιζόμενη από το γουδί με το σκόρδο , την πιατέλα με τα ψάρια ,το μπολ με τα αβγά και τα σκόρδα, καταλαμβάνει κατά προσέγγιση το ¼ του εικαστικού χώρου και το σύνολο των δύο γυναικών περίπου το μισό. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, στο δεξί βάθος της σύνθεσης εκτυλίσσεται μία θρησκευτική σκηνή , η επίσκεψη του Ιησού στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας , που όμως οι επιστήμονες της ιστορίας της τέχνης δεν μπορούν να πουν με σιγουριά αν πρόκειται για ζωγραφικό πίνακα, αντανάκλαση μιας εικόνας σε καθρέφτη, ή σκηνή σε εξέλιξη , ορατή από το ανοιχτό παράθυρο , ωστόσο η συνύπαρξη και ο διάλογος δύο διαφορετικών επιπέδων πραγματικότητας με «πίνακα μέσα στον πίνακα «αποτελεί ένα εξαιρετικό εύρημα του δημιουργού , ο οποίος ενδεχομένως επιδιώκει να συνδέσει τη θρησκευτική παράδοση με την καθημερινότητα , τη θεωρητική αναζήτηση με τη χειρωνακτική εργασία, τη vita activa με τη vita contemplativa, και σαν καλλιτεχνικό εύρημα, φέρει αναμφισβήτητα την επίδραση του Φλαμανδικού Μπαρόκ. Επιπλέον, αυτή η εικόνα είναι φορτισμένη με μία αδιόρατη αίσθηση αιωρούμενης έντασης και ανησυχίας. Από την άλλη πλευρά, τα γεγονότα που διαδραματίζονται στον εσωτερικό πίνακα, λουσμένα σε ένα τονικά ήπιο φως, αποπνέουν μία ατμόσφαιρα ειρήνης και ηρεμίας σε αντίθεση με την εικόνα του πρώτου πλάνου, όπου κυριαρχεί η κίνηση, ενώ θα ο θεατής θα μπορούσε να φανταστεί ακόμη και τον ήχο των χεριών που χρησιμοποιούν τα μαγειρικά σκεύη.
Ας δούμε την ευαγγελική περικοπή που αποτυπώνει στο έργο του ο Velàzquez:
Λουκάς,10:38-42 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά·ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
Εύλογα διαπιστώνουμε ότι ο Ιησούς προσπαθούσε να τονίσει την αξία της πνευματικής ανάκαμψης και της τροφής της ψυχής που υπερβαίνει την ανάγκη ικανοποίησης των υλικών αναγκών που αποπροσανατολίζουν τον άνθρωπο από την ένωση του με το θείο και την ηθικοπνευματική του ανύψωση.