Το FiloxeniArt, φιλοξενεί έναν στοχαστή της ζωής, που μέσα από τις λογοτεχνικές του δημιουργίες, παρατηρεί, φιλοσοφεί αλλά και επεμβαίνει! Με δυνατό γραπτό λόγο, γίνεται ο άνθρωπος που όλοι στο διάβα της ζωής μας κάπου ταυτιστήκαμε. Εκφραστής της σύγχρονης λυρικής ποίησης, προϊδεάζει τον αναγνώστη σχεδόν από την αρχή στην απαισιόδοξη εκδοχή, με διάχυτη λύπη, μέσα από μια ατμόσφαιρα που καθηλώνει με την αλήθεια της. Η αγάπη, η ζωή, η νοσταλγία, η διαμαρτυρία, ακόμα κι ο θάνατος, όλα περνούν μέσα από το φίλτρο της φιλοσοφημένης και απόλυτης εκδοχής.
Σήμερα γνωρίζουμε τον συγγραφέα, ποιητή, δημοσιογράφο & φωτογράφο Γιάννη Βέλλη.
Είναι από εκείνους τους ανθρώπους που όσο περισσότερο τους γνωρίζεις, αντιλαμβάνεσαι την σπουδαιότητα της ήρεμης δύναμης, της δυνατής έκφρασης, με ό,τι απλό, λιτό και ταπεινό απλόχερα μοιράζεται. Η βιωματική του χαρμολύπη, καθηλώνει μέσα από τον γραπτό του λόγο, αφού μέσα σε λίγες λέξεις μπορεί να μεταφέρει την έντονη συγκινησιακή φόρτιση, ενώ η αγάπη του για την φωτογραφία φρενάρει την όποια φιλοδοξία, πολύ απλά γιατί από μόνη της είναι μια μορφή επανάστασης, μοιρασμένη πολλές φορές στο άσπρο και στο μαύρο, δυο αιώνια χρώματα που αντιπαλεύονται πιο θα επικρατήσει.
A.Ρ. Λίγα λόγια γνωριμίας
Ο Γιάννης Βέλλης γεννήθηκε, το 1967. Ηπειρώτης στην καταγωγή, από την Κεραμίτσα Φιλιατών Θεσπρωτίας (Μουργκάνα). Δημοσιογράφος, φωτογράφος, συγγραφέας, ποιητής. Πρώην Ειδικός Γραμματέας & Γενικός Γραμματέας της «Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών» (Π.Ε.Λ.), κριτής πολλών πανελλήνιων διαγωνισμών της. Από το 2020, Ειδικός Γραμματέας της «Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών». (Ε.Ε.Λ.). Ιδρυτής της «Πρωτοβουλίας καλών προθέσεων με σεβασμό στον Κώστα Καρυωτάκη & το έργο του», η οποία συνέδραμε θετικά στον προγραμματισμό των εκδηλώσεων του Δήμου Πρέβεζας για τα 90 χρόνια από το θάνατο του Κώστα Καρυωτάκη, ομιλητής στις εκδηλώσεις αυτές. Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος, Γενικός Γραμματέας, Ειδικός Γραμματέας τοπικών και πανελλήνιων Συλλόγων. Για πολλά χρόνια εκδότης εφημερίδων και περιοδικών, με κυκλοφορία σε Ελλάδα και Κύπρο. Βραβευμένος για το δημοσιογραφικό και φωτογραφικό του έργο.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Οσελότος», στο 2020, το νέο λογοτεχνικό βιβλίο τού Ηπειρώτη συγγραφέα, ποιητή δημοσιογράφου και φωτογράφου, Γιάννη Βέλλη, που ζει και εργάζεται στη Νέα Ιωνίας Αττικής. Το βιβλίο, παρότι κινείται σε μια φανταστική εποχή, σκιαγραφεί πολλά προβλήματα και στάσεις της σημερινής πραγματικότητας, δίνοντας άλλοτε ερωτήματα και άλλοτε απαντήσεις, μέσα από τη ζωή των ηρώων του. Είναι ένα βιβλίο πειραματικό στον τρόπο γραφής του, που πιστεύουμε ότι θα πλησιάσει τον αναγνώστη κάθε ηλικίας και θα του δώσει κατευθύνσεις χρήσιμες στη ζωή του.
Εδώ η σύντομη συνομιλία μας, έρχεται να επιβεβαιώσει την ουσιαστική γνωριμία μας.
Α.Ρ. Είχα την ευκαιρία στο παρελθόν να φιλοξενήσω στο ραδιόφωνο «Επικοινωνία 94fm», του Δήμου Ηρακλείου Αττικής, τον Γιάννη Βέλλη. Μέσα στο περιορισμένο χρόνο, μοιράσαμε σκέψεις, διαβάσαμε ποίησή του, κρίναμε πράγματα, γελάσαμε, ακούσαμε καλή μουσική. Σήμερα, μετά από αρκετό καιρό, ξανασυνάντησα τον Γιάννη Βέλλη και ανταλλάξαμε σκέψεις, απόψεις, πιστεύω χρήσιμες για όλους μας.
Κύριε Βέλλη, η ποίησή σας είναι σαν να γράφτηκε ειδικά για τον καθένα μας, το έχω διαπιστώσει γιατί έχω διαβάσει αρκετά ποιήματά σας, μικρά και μεγάλα και η ίδια αίσθηση μου μεταφέρεται σε κάθε τους ανάγνωση. Πώς το καταφέρνετε αυτό; Είναι κάποια ειδική τεχνική γραφής ;
Γ. Β. Ο τρόπος γραφής μου είναι αυθόρμητος. Έτσι εκφράζομαι ποιητικά. Αυτό που μεταφέρεται μέσα από κάθε ποίημα μου, μπορεί να είμαι εγώ, ή οποιοσδήποτε άλλος που με επηρέασε στη μέρα μου, με τη ζωή του, με τη στάση του, με τα προβλήματά του, με τις χαρές και τις λύπες του. Η δύναμη του κάθε ποιήματος είναι η ίδια η αλήθεια του που κρύβεται ή αποκαλύπτεται μέσα από κάθε λέξη. Χαίρομαι που σας αρέσει, γιατί από ότι γνωρίζω γράφετε ποίηση και αρκετά ενδιαφέρουσα.
Α.Ρ. Υπάρχει και πόνος, πολλές φορές σκοτεινιάζουν οι λέξεις, σαν ουρανός πριν την καταιγίδα, άλλες φορές στολίζετε τις εικόνες του λόγου με ανοιξιάτικα πρόσωπα, εποχές. Γιατί η ποίηση σας δεν παίζει με τις λέξεις και χτυπάει μέσα από τις εποχές;
Γ.Β. Δυστυχώς ή ευτυχώς οι ποίησή μου δεν στάθηκε ποτέ σε ένα φιλολογικό ντελίριο, μαζεύοντας δύσκολες ή φαντασμένες λέξεις για να κάνει τα ποιήματα καθρέφτες που μοιάζουν διαμάντια, για να ξεγελάνε τους ιθαγενείς… Μπορεί κάποτε να γίνονται διαμάντια πραγματικά τέτοια ποιήματα, αλλά δεν θα είναι σε κάποια συλλογή μου. Όταν πονώ, γράφω με το δικό μου τρόπο, πονώ, όταν σκοτεινιάζουν οι σκέψεις μου κλέβω σύννεφα από τον ορίζοντα και τους προσθέτω λέξεις. Χαρά υπάρχει στη ζωή μου, αλλά να έχω τη μανία όπως οι περισσότεροι να ξύνω τις πληγές μου, αντί να τις αφήνω να επουλωθούν…
Α.Ρ. Συμμετείχατε στις εκδηλώσεις για τα 90 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου ποιητή Κώστα Καρυωτάκη στην Πρέβεζα και ως ομιλητής. Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων σημαντικό, μεγάλης διάρκειας και ανάλογο του ύφους του ποιητή. Η Πρέβεζα έδειξε ότι μπορεί με τον Κώστα Καρυωτάκη να έχει μια αρμονική συνέχεια, που θα βοηθήσει τόσο τον λογοτεχνικό κόσμο της Πρέβεζας, της Ηπείρου και της Ελλάδας γενικότερα. Πιστεύετε σε αυτό;
Γ.Β. Οι εκδηλώσεις που έγιναν στην Πρέβεζα, ήταν πολύ σημαντικές. Έδειξαν την κουλτούρα της πόλης, που είναι πάντα σε πολύ υψηλό επίπεδο σε θέματα πολιτισμού. Χαίρομαι που κάποιες ιδέες μου για τα 90 χρόνια προχώρησαν εκεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Συμμετείχα ως ομιλητής τότε, εκπροσωπώντας την «Πρωτοβουλία καλών προθέσεων με σεβασμό στον Κώστα Καρυωτάκη και το έργο του» και την «Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών». Στην Πρέβεζα μπορεί να δημιουργηθεί ένα Κέντρο λόγου και τέχνης Πρέβεζας «Κώστας Καρυωτάκης», όπου μέσα από αυτό θα αναδεικνύεται όλη η τοπική λογοτεχνική και εικαστική δημιουργία της πόλης και της Ηπείρου γενικότερα. Φέρνοντας την Πρέβεζα στο κέντρο του λογοτεχνικού κόσμου. Το αν θα γίνει ή όχι είναι απόφαση της τοπικής κοινωνίας. Εάν υπάρχει η διάθεση τόσο ως «Πρωτοβουλία», όσο εγώ προσωπικά, θα βοηθήσουμε με κάθε τρόπο στην υλοποίησή της. Πιστεύουμε, ότι και ο Δήμος Τρίπολης που προχώρησε τότε στη αδερφοποίηση των δύο πόλεων Πρέβεζας και Τρίπολης, θα δεχθεί θετικά αυτή την ιδέα και θα βοηθήσει με κάθε τρόπο στην υλοποίησή της.
Α.Ρ. Εκτός από ποίηση γράφετε και μυθιστορήματα. Πώς συνδυάζετε τους δύο τρόπους γραφής. Ο ένας αφαιρεί λέξεις και ο άλλος προσθέτει; Θεωρώ ότι είναι δύσκολο. Με τι θεματολογία ασχολούνται τα βιβλία σας;
Γ.Β. Είναι δύσκολο. Αν σκεφτείτε ότι στα ποιήματά μου τα τελευταία χρόνια γίνομαι περισσότερο λιτός -όχι φτωχός σε συναισθήματα- και μάλιστα με εκφράζουν περισσότερο. Έχω ξεπεράσει τη δυσκολία αυτή, μη ξεχνάτε τη δημοσιογραφική μου πορεία τόσων ετών. Ενώ επιμένω στα ποιήματα με λίγους στίχους, στα μυθιστορήματα απλώνω το κείμενο, χωρίς να είναι βαρετό. Μεταφέρω εικόνες, συναισθήματα, δράσεις, σκέψεις, αγωνίες, χωρίς να γίνεται ανούσιο και χαλαρό στον αναγνώστη. Οι ιστορίες γίνονται διαφορετικές, εναλλάσσονται χωρίς να φτάσουν στο στάδιο να κουράσουν.
Α.Ρ. Συμμετέχετε χρόνια σε λογοτεχνικές ενώσεις και ως μέλος τους και ως διοίκηση. Θα θέλαμε την άποψή σας για αυτές.
Γ.Β. Οι λογοτεχνικές ενώσεις, έχουν προσφέρει με πενιχρά μέσα αρκετά πράγματα στους δημιουργούς. Προβάλλουν τη δουλειά τους, τους φέρνουν σε επαφή με νέα ή παλιά είδη λογοτεχνικού λόγου, προσπαθούν έστω και αν δεν μπορούν να κάνουν και παραπάνω πράγματα. Ένας δημιουργός, ωφελημένος θα είναι από τη συμμετοχή του σε κάποια ένωση, έστω και αν αποκομίσει το ελάχιστο από αυτή. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όπως σε κάθε συλλογικότητα, καλό είναι να ξέρουμε ότι υπάρχουν άτομα που δυσχεραίνουν την προσπάθεια των ενώσεων, από τον χαρακτήρα τους και αυτά καλό είναι να αποφεύγονται από εμάς. Δεν μετάνιωσα ποτέ από τη συμμετοχή μου σε λογοτεχνικές ενώσεις και στηρίζω θετικά την προσπάθειά τους.
Α.Ρ. Μια άλλη μεγάλη σας αγάπη είναι η φωτογραφία. Έχω δει αρκετές φωτογραφίες σας. Μερικές αφήνουν την αίσθηση του ζωγραφικού πίνακα. Πώς μπορείτε ένα αδιάφορο μέρος να το δείξετε σημαντικό, ενδιαφέρον; Σε πολλές διακρίνω κοινωνική κριτική, θέλετε να στείλετε κάποιο μήνυμα;
Γ.Β. Η φωτογραφία έδεσε μαζί μου, χωρίς καν να προσπαθήσω. Σαν να «έβλεπα» από πριν πλάνα με εικόνες στο μυαλό μου και σταδιακά με το φιλμ και απλή μηχανή στην αρχή, με καλύτερες και ψηφιακές αργότερα, τα έφερα στην επιφάνεια. Η έκφραση του εσωτερικού μου κόσμου, βρίσκει διέξοδο είτε μέσα από την κοινωνική φωτογραφία που δείχνει καταστάσεις τις οποίες ξεχνάμε ως πολιτεία και φορείς να βλέπουμε, είτε όμορφα τοπία και φύση, είτε πειραματική και καλλιτεχνική φωτογραφία. Την έκανα επάγγελμα, αλλά παρέμεινα πάντα εραστής της και την ψάχνω βαθιά μέσα μου κάθε στιγμή. Ό,τι βλέπετε είναι αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας. Εικόνες υπάρχουν χιλιάδες, εκατομμύρια εκεί έξω, αναζητώ τις δικές μου κι από αυτές σας δίνω όσες μπορώ. Χαίρομαι που σας αρέσει το συνολικό αποτέλεσμα.
Α.Ρ. Το επάγγελμα του δημοσιογράφου; Δύσκολο; Εύκολο;
Γ.Β. Όπως όλα τα επαγγέλματα θέλει να είσαι συνεπής σε αυτό που κάνεις. Να το σέβεσαι. Πρέπει να το έχεις και από μέσα σου, γιατί είναι σκληρή δουλειά. Να βρίσκεις την είδηση, να την αξιολογείς, να την περιγράφεις σωστά, να την αναλύεις. Πολλές ώρες υπεύθυνης δουλειάς, για λίγα χρήματα. Αν δεν σου αρέσει πραγματικά, δύσκολο να το κρατήσεις για καιρό. Όπως βλέπετε είμαι πολλά χρόνια σ’ αυτή τη δουλειά και συνεχίζω. Άρα κάτι με κρατάει ακόμα και φυσικά αυτό δεν είναι τα χρήματα ούτε η καλοπέραση. Δυστυχώς υπάρχει και η άλλη «δημοσιογραφία» που έχει κατακλύσει τα μέσα, η καθοδηγούμενη, που δεν ασχολείται με όλα τα παραπάνω που ανέφερα και δεν προσφέρει παρά τις υπηρεσίες της σε διάφορα συμφέροντα. Ιδίως σε αρκετά τηλεοπτικά ΜΜΕ, αλλά δεν θέλω να επεκταθώ σ’ αυτό. Ο πολίτης έχει ξυπνήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια και δεν τρώει κουτόχορτο.
Α.Ρ. Τα μελλοντικά σας σχέδια; Σίγουρα θα υπάρχουν.
Γ.Β. Αγαπώ την ιδιαίτερη πατρίδα μου την Ήπειρο, αγαπώ τη Νέα Ιωνία Αττικής, παλιά και νέα. Σίγουρα θα συνεχίσω να προσφέρω στην Ήπειρο και στη Νέα Ιωνία. Ιδίως σε θέματα πολιτισμού. Ίσως βάλω μια τάξη και στην προσωπική μου ζωή, μέσα από τον ελάχιστο χρόνο που έχω. Ευελπιστώ να γράψω αρκετά ποιήματα και μυθιστορήματα. Μπορεί κάποιο από αυτά να γίνει τηλεοπτική σειρά ή ταινία. Την τελευταία περίοδο γράφω σενάρια για ταινίες μικρού μήκους. Το σημαντικότερο όλων είναι να μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος. Ευτυχώς το έχω πετύχει. Πλούσιος δεν βλέπω να γίνομαι κι έτσι το κράτος δεν θα πλουτίσει από φόρους μου…
Κύριε Γιάννη Βέλλη, σας ευχαριστούμε για την ευκαιρία που μας δώσατε, να σας γνωρίσουν οι αναγνώστες καλύτερα. Καλή επιτυχία στο έργο σας. Ευχόμαστε να ευοδωθούν οι μελλοντικοί στόχοι σας.
«Όπου και αν περνούσα έβλεπα απώλειες. Άνθρωποι που από παιδιά γυρίζαμε μαζί, σήμερα δεν υπήρχαν εκεί. Οι περισσότερες πόρτες κλειστές, κρατούσαν παγιδευμένο τον πόνο στα στενά παράθυρα που μετά βίας ο ήλιος πάλευε να περάσει λίγο από το φως του. Μανάδες με παγωμένα πρόσωπα, μετά βίας χαιρετούσαν κάποιον πριν χαθούν πάλι στο ταξίδι τους στο κενό. Ίσως στο κενό να κλείνουν ποιο εύκολα οι πληγές. Οι εικόνες που επιστρέφουν είναι παγίδες, παγίδες γλυκές. «Που τον έχετε; Που είναι ο γιός μου; τι του κάνατε;» φώναξε, πίσω μου, μια νέα γυναίκα. την είχα δει ξανά στην αγορά, να φωνάζει, να κλαίει. Είχε τρελαθεί όταν βρήκε το μωρό της νεκρό στο κρεβάτι, με τα μάτια ανοικτά να την κοιτούν. Δεν άντεξε. Για δύο ημέρες με το παιδί στα χέρια είχε φύγει στην πλαγιά και του μιλούσε. Οι φωνές της έφτασαν μέχρι την άλλη πλευρά του λόφου, όταν της το στέρησαν για να μη κολλήσει από την αρρώστια. Σαν το αγρίμι, έψαχνε το παιδί της. «Μου το κλέψανε. Ήταν καλά και μου το κλέψανε. Ο γιός μου, θα γινόταν στρατηγός! Σε ξέρω εσένα. Ήσουν στο κάστρο. Θα είδες το παιδί μου». την πήγα σε ένα ίσκιο. Δεν άντεχα να της πω την αλήθεια. Πώς να πεις την αλήθεια για ένα παιδί;… «Θα στο φέρουν, στο γιατρό είναι με άλλα παιδιά και παίζει, είναι καλά. Σύντομα θα στο φέρουν στο σπίτι». Μια αγωνία στο βλέμμα της, μου έσκισε την καρδιά. Έσκυψε και έφυγε. Δεν την ξαναείδα. Έμαθα ότι ανέβηκε στο ναό του Συμπαντικού Ήλιου, κρεμάστηκε με τη ζώνη που έφερε στη μέση της. Ίσως ξύπνησε από τον λήθαργο της τρέλας και είδε την πληγή της ζωής της… κρίμα να χάνονται νέοι άνθρωποι, κρίμα. Έπρεπε να συνεχίσουμε.» (Απόσπασμα βιβλίου)
“Κοίτα τον χρόνο, κάθισε στον καθρέφτη και μας σκοτώνει, στη φθορά.”
«Μια παγίδα οι λέξεις που τρέχουν με τα όνειρα»
“Είχε τόση αγωνία για το μέλλον τουμέχρι που χάθηκετο μέλλον κι η αγωνία.” “Ούτε σημάδια, ούτε εστίεςαχάρακτος ο δρόμος πουβαδίζουμε.” “Ούτε σταγόνα βροχής, πάνω σου,έλειπες.” “Πάλι ανθίζουν οι γαρδένιες, μακριά σουόσο τρώγεσαι, στην αρμύρα της θάλασσαςστην αδυναμία, των χαμένων οριζόντων.” “Διαφορετικές ιστορίες, ζωές,κάποτε συναντιούνται, στέκονται μαζί,κάποτε χάνονται, ή περιορίζονται σε μια συζήτησηγια απλές αλήθειες, που τις ξέρουμε όλοι,αλλά τις προσπερνάμε, λες και θα αλλάξει κάτιέτσι, προς το καλύτεροτα χαμόγελα ελάχιστα, αλλά ευτυχώς υπάρχουν,ίσως ο χρόνος μας, χαράζει περισσότερο,παρά μοιράζει δώρα.” “Ό,τι χαράζει βαθιά εκεί μέσα, δεν διαγράφεται, σημαδεύει κι επιστρέφειόταν βρέχει, όταν σκοτεινιάζει, όταν φυσάει ο άνεμος.” “Στο δρόμο του φεγγαριού, μαγευόσουνμε τη νύχτα που το έτρεχε.” “Όλο στεκόσουν στο σταθμό του τραίνου τελευταία, κοίταζες τον κόσμο, περίεργα, λες και δεν είδες ποτέ ταξίδι, ταξιδιώτες/ εκείνος βιάζονταν, αδιαφορούσε, γελούσε, περίμενε, ερωτεύονταν, καμιά φορά βλαστημούσε, τις καθυστερήσεις/ αλλά δεν ήταν δικός σου, εσύ ήσουν πάντα εδώ, έφτανες κοντά, δεν περίμενες για εισιτήριο, μόνο κοιτούσες/ δεν ταίριαζε ο χρόνος να καταλάβεις, γιατί ποτέ δεν έφυγες, χαμένη ιστορία, ίσως αναγκαία εκδίκηση, στις αποστάσεις.” “Είχε τόση αγωνία για το μέλλον τουμέχρι που χάθηκετο μέλλον κι η αγωνία.” “Ούτε σημάδια, ούτε εστίεςαχάρακτος ο δρόμος πουβαδίζουμε.” “Έρχονται οι εικόνες και ξενυχτάνε, όσο οι μουσικέςκάθονται, τραγουδάνε, καμιά σωτηρία.” “Και τι ήταν, το ταξίδι, λίγα χιλιόμετρα ευτυχίας, ένα στραβοπάτημα, μια πτώση από τα σύννεφα, στο αδιέξοδο/ και πάλι περπάτημα, με μικρά βήματα, αφήνοντας πίσω τις παλικαριές ή την εφηβεία διαρκείας/ που μας έτρωγε το χρόνο ή αντιδρούσε στο μέλλον μας, σαν χάνονταν στις συναντήσεις και τα ατυχήματα/ δικάζοντας τις στιγμές, όσες αφήνονταν, σ’ ένα αμάρτημα, μια σκουριά στο χρόνο/ φθορά στη συντήρηση της εποχής, έγκλημα κι όμως το ζήσαμε, όλο αγάπη.” “Έτρεχε ξανά η θάλασσα, χτυπούσε την άμμο κι ο άνεμος συνεργός, σκόρπιζε τα πάντα/ το γκρίζο, βαρύ έφτανε τα πρώτα κύματα, σφύριζε μέσα τους προκλητικά/ μια βάρκα χάθηκε στο πέλαγος, μόνο θάλασσα έβλεπε και σκοτεινιά/ θα περάσει, λέγανε δυο περαστικοί, πάλι γύρισε χειμώνας/ έτσι γίνονταν στο νησί, η θάλασσα έτρεχε, ο αέρας σκόρπιζε, το γκρίζο κάθονταν και οι βάρκες χάνονταν/ ακόμα κι οι περαστικοί έρχονταν πάντα εκεί, σαν πειστική μαρτυρία, για τη συνέχεια/ τίποτα δεν άλλαζε αλήθεια, επανάληψη ήταν όλα, μιας καλά οργανωμένης δήθεν συγκυρίας.” “Είχα μάθει, να πληγώνομαι, όποιος δεν πληγώθηκε, δεν ξέρει/ κι όμως μια πληγή, στάζει ακόμα, κάποιες ανάγκες ευτυχίας/ όσες χάθηκαν, σε μαχαιριά, από εκείνες, που μένουν βαθιά/ και απλώνονται, χωρίς να σκοτώνουν, χωρίς να δίνουν λύσεις/ μα δεν επουλώνονται ποτέ, κρατάνε το χρώμα της αρρώστιας/ και μας παιδεύουν, σε κάθε χειμώνα/ όταν έρχεται βιαστικά, μαζί με μια παρέα σύννεφα/ και κάποιες υγρασίες, αναγκαίες να ξυπνάνε μέσα μας/ μια ανάμνηση, πονεμένη, μια πόρτα, τραβηγμένη, ένα σφραγισμένο παράθυρο/ ένα χαμόγελο, σβησμένο πια, σε μαυροπίνακα/ όλοι κρατάμε ένα μαυροπίνακα και πάντα καθαρίζουμε/ είναι αρχή, η συνέχεια, όπως και τα μαθήματα.”
Για το FiloxeniArt
Agathi Revithi