Συνεχίζουμε την περιήγηση στη σατιρική παρώδηση του μύθου του Οδυσσέα, στο πρόσωπο του οποίου συμπυκνώνονται οι ιδεατές αρετές του ηρωικού προτύπου. Θα δούμε μέσα από τις περιγραφές των προσώπων τις μυθικές, μεσιανικές διαστάσεις που έλαβε το πρόσωπο του Οδυσσέα από τους μηχανισμούς εξουσίας, την παρακμή του και τελικά την κατάρρευση του ειδώλου του και την αντικατάστασή του από τον Ελπήνορα όταν πλέον παύει να υπηρετεί το σύστημα.
Ένας δεύτερος δείκτης των ποιοτικών χαρακτηριστικών του Οδυσσέα, αλλά και της εξάπλωσης της φήμης του, η οποία έχει λάβει μυθικές διαστάσεις στο νησί της Κίρκης, καθίσταται η αντιμετώπιση και εκμετάλλευση της ηρωϊκής του υπόστασης από την πολιτική ηγεσία, η οποία για να αποπροσανατολίσει τις λαϊκές μάζες από τα εσώτερα πολιτικά ζητήματα συντηρεί σκόπιμα την λατρευτική, σχεδόν, πίστη της κοινής γνώμης.
Σύμφωνα με τα λόγια της Νεφέλης:
ΝΕΦΕΛΗ: Το ξέρεις πως εδώ σ’ έχουνε στα ουράνια; Σε λατρεύουνε! Έχουνε λεωφόρο με τα’ όνομά σου, ξενοδοχείο, ιδιωτικό σχολείο, καταδρομικό του στόλο, μυθιστορήματα…Ούτε στην Ιθάκη δε θα σ’ έχουν έτσι.
Αυτή την κατάσταση ο Οδυσσέας επιδιώκει να χειριστεί με κατάλληλο τρόπο, ώστε να επιβραδύνει την επάνοδό του στην Ιθάκη, αν όχι να μεθοδεύσει τη μόνιμη εγκατάστασή του στο νησί της Κίρκης. Στο σχέδιο του αυτό χρησιμοποιεί τον πιστό του Λύσσανδρο, που με το πρόσχημα ότι η διοίκηση του νησιού θα τους εξασφαλίσει ένα καινούριο πλοίο για να πραγματοποιήσουν το ταξίδι τους, τον εξωθεί στην πυρπόληση του ήδη υπάρχοντος, ώστε να εξαναγκάσει το πλήρωμα να παραμείνει στο νησί. Ως εκ τούτου δεν αντιδρά σχεδόν καθόλου στη στάση του πληρώματος, ενώ με σοφιστικού τύπου επιχειρηματολογία προσπαθεί να κάμψει το ηθικό τους οδηγώντας τους σε εκούσιο τερματισμό της απόπειρας ανατροπής του. Στο σημείο αυτό επιβεβαιώνεται για μία ακόμη φορά η κατηγορία που προσάπτει το πλήρωμα στον Οδυσσέα για άρνηση επιστροφής στην Ιθάκη, αλλά και η αξιοποίηση της ευγλωττίας του, ως μέσο για την εξαπάτηση του συνομιλητή του για την επιβολή των βλέψεων και των σχεδίων του.
Ο Εύανδρος, πρωθυπουργός του κρατικού αυτού μορφώματος αδυνατεί να πιστέψει ότι ο ναυαγός αυτός είναι πράγματι ο ήρωας του Β’ Τρωϊκού Πολέμου. Η εικόνα του δε, συγκροτείται από τα εξωτερικά εκείνα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που ενσαρκώνουν μία ηρωική μορφή, εν προκειμένω το είδωλο που δημιουργείται από το δίκτυο των μηχανισμών επικοινωνίας του πολιτικού κατεστημένου και που με θρησκευτική ευλάβεια αναπαράγεται από τα Μέσα Επικοινωνίας και υποσυνείδητα καλλιεργείται στη λαϊκή συνείδηση. Η δημιουργία του ιστορικού παρελθόντος του τόπου βασίστηκε στη φιγούρα ενός δανεικού ήρωα, συμβόλου του ιδανικού της φιλοπατρίας, ο οποίος αναπλήρωσε το κενό της έλλειψης πολιτικών και στρατιωτικών φυσιογνωμιών, διασφαλίζοντας την τάξη και την ασφάλεια του τόπου. Στο πλαίσιο αυτό επινόησε μία πλαστή εικόνα για τον Οδυσσέα, προσδίδοντάς του υπερφυσικά χαρακτηριστικά «Μια εφημερίδα απ’ τις πλέον έγκυρες ανέφερε με την μεγαλύτερη άνεση ότι ο Οδυσσέας είναι δύο μέτρα και σαράντα ψηλός, ότι με μια γροθιά έσπασε μια κολόνα του τραμ, ότι καμιά γυναίκα δεν κατάφερε να τον κοιτάξει στα μάτια πάνω από 45 δευτερόλεπτα». Για τον Εύανδρο ο μύθος του Οδυσσέα δεν πρέπει να καταρρεύσει και γι’ αυτό η εύρεση αντικαταστάτη στο πρόσωπο του Ελπήνορα παρουσιάζεται αναγκαία. Το προφίλ του alter ego του Οδυσσέα εξυπηρετεί τις πολιτικές σκοπιμότητες της ηγεσίας. Τα φυσιογνωμικά του χαρακτηριστικά( ψηλός, ευθυτενής, εύμορφος, με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης)τον καθιστούν το ιδανικό ανδρείκελο, που μπορεί εύκολα να χρησιμοποιηθεί για τη χειραγώγηση των μαζών και κατά συνέπεια για την περιφρούρηση της εσωτερικής ειρήνης, ακόμη και τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της άβουλης πριγκίπισσας Κίρκης, η οποία είχε γαλουχηθεί με τις ιστορίες του Οδυσσέα, ένα κίνητρο για την κάθε της κίνηση. Το αγωνιστικό φρόνημα του Οδυσσέα όμως δεν κάμπτεται και ο ίδιος αρνείται να παραιτηθεί από την κατάργηση της ατομικής του ταυτότητας. Έτσι παρουσιάζεται στην τελετή υποδοχής του ψεύτικου Οδυσσέα και αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Όμως ο Εύανδρος προκειμένου να επιτύχει τον κοινωνικό αποκλεισμό του ήρωα και να διασφαλίσει την επιτυχή έκβαση του σχεδίου του, τον παρουσιάζει ως φρενοβλαβή, που πάσχει από μεγαλομανία.
Ένα αποκαλυπτικό στοιχείο για τη σκιαγράφηση του ήθους του ήρωα δίνεται από το Νικία, που είχε ενταχθεί στη στρατιωτική δύναμη των Ελλήνων κατά τη διεξαγωγή της τρωικής εκστρατείας και τώρα ως αντάλλαγμα εργάζεται στα ανάκτορα. Ο Νικίας στην πραγματικότητα συνέλαβε την ιδέα του Δούρειου Ίππου, την οποία οικειοποιήθηκε ο Οδυσσέας, τον απομάκρυνε με εύσχημο τρόπο από το πεδίο της μάχης και καρπώθηκε τη δόξα αυτού του εγχειρήματος, που προκάλεσε και την πτώση της απόρθητης έως τότε Τροίας. Προτού πληροφορηθεί τους πραγματικούς σκοπούς του Νικία του υπόσχεται σαν επαγγελματίας πολιτικός διορισμό σε μία ανώτερη θέση.
ΝΙΚΙΑΣ: Σου έφερα κάτι σχέδια να δεις…
ΟΔΥΣΣΕΑΣ:(Ταραγμένος). Σχέδια;
ΝΙΚΙΑΣ: Και μια μικρή μακέτα.. ένα τόσο δα αλογάκι…
(Ο Οδυσσέας οπισθοχωρεί).
ΝΙΚΙΑΣ: Ήταν μια ιδέα για το Δούρειο Ίππο. Μόλις τα είδες ενθουσιάστηκες, μου είπες να ξαναπεράσω σε δέκα μέρες. Εν τω μεταξύ θα τα είχες εισηγηθεί στο πολεμικό συμβούλιο. Πριν όμως περάσουνε δέκα μέρες, τοποθετήθηκα λιμενοφύλακας στη Λήμνο…
(ΠΑΥΣΗ)
ΟΔΥΣΣΕΑΣ:….Άκου να σου εξηγήσω…
ΝΙΚΙΑΣ: Δε διαμαρτύρομαι …
(ΠΑΥΣΗ)
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: (Σαν κάτι να τον πνίγει). Δεν είμαι κλέφτης.. Το έκανα για το καλό μας! Έπρεπε να το κάνω!
ΝΙΚΙΑΣ: Φυσικά…Φυσικά…
ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Αν έλεγα πως η ιδέα ήταν ενός απλού στρατιώτη κανείς δε θα την έπαιρνε σοβαρά. …Ήμουν ηγέτης. Η αλήθεια θα κλόνιζε το γόητρο ολόκληρης της ηγεσίας και ο πόλεμος δεν είχε ακόμη τελειώσει.
Είναι φανερό ότι ο Οδυσσέας δε διστάζει να πατήσει επί πτωμάτων και να θυσιάσει το συνάνθρωπό του στο βωμό των προσωπικών του φιλοδοξιών, καθώς σε αυτή την περίπτωση η πρόταξη του συλλογικού συμφέροντος αποτελεί ένα έωλο επιχείρημα. Σε μία κρίση αυτογνωσίας παραδέχεται ότι αντέγραψε την ιδέα του Νικία και την προέβαλε ως δική του, αλλά δικαιολογεί την πράξη του, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως θύμα της φήμης που απέκτησε στην Τροία και που έπρεπε να τροφοδοτείται και να διαιωνίζεται.
Για να αποδείξει τη πραγματική του ταυτότητα, ο Οδυσσέας απομυθοποιεί τον εαυτό του, αποδομώντας το μυθικό πρότυπο που είχε διαμορφωθεί, την ηθική του ακεραιότητα και την έκταση του ηρωϊσμού του. Σε ένα διάλογο με τον Νικία, τον Λύσσανδρο και τη Νεφέλη, όπου με μαιευτικού τύπου ερωτήσεις τους εξαναγκάζει να ομολογήσουν ότι είναι υπαίτιος για πράξεις, που δε μπορούν να υπαχθούν σε κάποιον ηθικό κώδικα και στηρίζοντας την ατομική υπόστασή του ως Οδυσσέας στη συσσώρευση μαρτύρων κατηγορίας, χωρίς να τον ενδιαφέρει πλέον να συγκαλύψει την αρνητική πτυχή της προσωπικότητάς του. Συνεπώς, ο Οδυσσέας, ωθούμενος από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, επιλέγει την κατάλυση του κατασκευασμένου μυθικού προσωπείου, που υπηρετεί τους συντηρητές του, τους εκπροσώπους του πολιτικού συστήματος, προκειμένου να διασώσει την ατομικότητά του.
Το οξύμωρο είναι ότι ενώ ο Οδυσσέας αισθάνεται πλέον έτοιμος να αντιμετωπίσει τη συνείδησή του και την κοινή γνώμη της Ιθάκης, προφανώς για να λάβει ένα είδος κάθαρσης, εφόσον η εξιλέωση αναδεικνύεται σε ψυχικό αίτημα, η ιστορική ανάγκη, αλλά και η περιφρούρηση της πολιτειακής και οικονομικής σταθερότητας, της εύρυθμης και ομαλής λειτουργίας του κοινωνικού συνόλου τόσο της νήσου της Κίρκης, όσο και της Ιθάκης επιτάσσει τον εξοβελισμό του Οδυσσέα από τα κρατικά αυτά μορφώματα και τον αποκλεισμό του σε μία ισόβια φυλακή, που αποδίδεται στο έργο με την αγαλματοποίηση του. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος του Διπλωμάτη και του Ευάνδρου:
ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ: Είναι ένας επικίνδυνος τυχοδιώκτης που δεν έχει τίποτα καλό μέσα του, που δε δίνει πεντάρα για την Ιθάκη.
ΕΥΑΝΔΡΟΣ: Κι όμως πιστεύει σε μια Ιθάκη όσια, ιερή, άσπιλη και αμόλυντη. Σε μιαν Ιθάκη που νιώθει ανάξιός της. Αυτό το συναίσθημα της αμαρτίας, της ενοχής που του είναι απαραίτητο είναι κάτι πολύ καθαρό…
ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ: Ακούστε! Η Ιθάκη ήταν πράγματι άσπιλη κι αμόλυντη όταν την άφησε. Αλλά όπως ο Οδυσσέας όλα αυτά τα χρόνια έκανε τη δουλειά του, έτσι και εκείνη έκανε τη δική της δουλειά. Χάρη στο θρυλικό της τέκνο δημιούργησε μια τέτοια εμπορική και τουριστική κίνηση, ώστε επί χρόνια τώρα ο προϋπολογισμός να παρουσιάζει ισοζύγιο.
Εδώ θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι έγκειται και η τραγική ειρωνεία του έργου. Ενώ ο Οδυσσέας απέφευγε με κάθε τρόπο το «νόστιμον ήμαρ» καθώς στο νοητικό του πεδίο είχε εξιδανικεύσει την Ιθάκη, στην πραγματικότητα η πολιτική ηγεσία του νησιού, εκμεταλλεύτηκε εμπορικά το θρυλικό περίβλημα του ήρωα, για τον προσπορισμό εσόδων από την τουριστική ανάπτυξη της χώρας. Συνεπώς στην ουσία τώρα ο Οδυσσέας επιθυμεί να επιστρέψει σε μία χώρα που δεν υφίσταται, με τη μορφή τουλάχιστον που τη γνώριζε.
Τελικά, με συνοπτικές διαδικασίες, σε ένα βάθρο αγαλματοποιούν τον Οδυσσέα, σε θριαμβευτική στάση. Οι εκπρόσωποι της πολιτικής εξουσίας συμπράττουν στην αγαλματοποίηση του ήρωα, ο οποίος έχει παρουσιαστεί σαν αναλώσιμο αγαθό, για την προάσπιση των πάσης φύσεως συμφερόντων τους, μετατρέποντάς τον σε μνημειακό σύμβολο της αναγκαιότητας των εθνών να διαμορφώνουν ταυτότητα και ν’ αναπτύσσουν μηχανισμούς επιβίωσης.
Χριστιάνα Οικονόμου
Φιλόλογος -απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ, MPhil στις Θεατρικές Σπουδές.